Ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει θέσει ως βάση για την πορεία της χώρας την υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων και των τομών που απαιτούνται και τη διατήρηση της κοινωνικής συνοχής. Στον αντίποδα, η αντιπολίτευση επιλέγει τον λαϊκισμό μέσα από μια διαδικασία που συνοψίζεται σε προτάσεις και παρεμβάσεις που χαϊδεύουν αυτιά.
Η πολιτική σταθερότητα, στην οποία εμμένει αταλάντευτα ο πρωθυπουργός, είναι ο κεντρικός άξονας πέριξ του οποίου δύναται να επιτευχθεί η ανάπτυξη με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την οικονομία, τις επενδύσεις, τη δημιουργία νέων και καλύτερα αμειβομένων θέσεων εργασίας. Είναι επίσης ο κεντρικός άξονας αναφορικά με την τοποθέτηση της χώρας στο γεωπολιτικό πεδίο όπως αυτό διαμορφώνεται με τις εξελίξεις στην Ευρώπη (βλ. Γαλλία, Γερμανία), την Aνατολική Μεσόγειο, την Ουκρανία και γενικότερα.
Στο πλαίσιο αυτό δεν είναι διατεθειμένος να «παίξει» πολιτικά παιχνίδια, αλλά να κινηθεί θεσμικά σε όλα τα επίπεδα. Από την ημερομηνία των εκλογών και τον εκλογικό νόμο μέχρι την επιλογή του προσώπου που θα προταθεί για την Προεδρία της Δημοκρατίας. Και από την οικονομία μέχρι την αντιμετώπιση των προβλημάτων της ακρίβειας.
Την ίδια όμως στιγμή, η αντιπολίτευση εμφανίζεται διατεθειμένη να χρησιμοποιήσει όλα τα όπλα. Σε αυτά φυσικά πρώτο ρόλο έχει ο λαϊκισμός. Και μπορεί να άλλαξε η κατάταξη των κομμάτων στη Βουλή ως προς τις κοινοβουλευτικές έδρες, δεν άλλαξε όμως η λογική και η τακτική. Οι προτάσεις που καταθέτει το ΠΑΣΟΚ ως νέα αξιωματική αντιπολίτευση, χαρακτηριστικές. Είτε αφορούν τη φορολόγηση των τραπεζών είτε τον ΦΠΑ είτε κι αυτόν ακόμη τον κατώτατο μισθό αλλά και τα θέματα της Υγείας, όπως για παράδειγμα η καταψήφιση των απογευματινών χειρουργείων.
Το σχόλιο του κυβερνητικού εκπροσώπου Παύλου Μαρινάκη είναι χαρακτηριστικό και αφορά τις προτάσεις της Χαριλάου Τρικούπη. «Πιάνει ό,τι πιστεύει πως θέλει να ακούσει ο κόσμος και κάνει τροπολογία», είπε, προσθέτοντας πως αυτή η τακτική είναι «η βάση του λαϊκισμού». Πολύ περισσότερο, θα συμπληρώναμε, όταν γνωρίζει πως βάσει των επιταγών της ΕΕ η φορολόγηση, για παράδειγμα, των υπερκερδών των τραπεζών δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί, ως έσοδο, για τη στήριξη ευάλωτων κοινωνικών ομάδων.
Με απλά λόγια, δεν μπορούν τα έσοδα να χρησιμοποιηθούν –όπως έγινε στην περίπτωση των εταιρειών ενέργειας– για τη στήριξη των καταναλωτών ή όπως έγινε στην περίπτωση των διυλιστηρίων για τη στήριξη των συνταξιούχων. Αντιθέτως, μια τέτοια κίνηση μόνο προβλήματα θα προκαλούσε. Επίσης θα έστελνε το λάθος μήνυμα τη λάθος ώρα στους επενδυτές.
Σε κάθε περίπτωση, στην πορεία θα συγκρουστούν και πάλι δύο κόσμοι. Αυτός της σταθερότητας και της ανάπτυξης με αυτόν που κινείται σε ένα στενό μικροκομματικό πεδίο. Και μόνο το γεγονός πως τα κόμματα της αντιπολίτευσης διαγκωνίζονται για το ποιος θα κάνει την πιο εύηχη στα αυτιά των πολιτών πρόταση επιβεβαιώνει την τακτική του πρωθυπουργού και της κυβέρνησής του.