Η πρόσφατη ψήφιση του νομοσχεδίου για τον κατώτατο μισθό από την κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη είναι μια πράξη ευθύνης, που έρχεται να θωρακίσει τα δικαιώματα των εργαζομένων και να ενισχύσει τη δίκαιη κατανομή του πλούτου. Πρόκειται για μια τολμηρή πρωτοβουλία που συνδυάζει τη σταθερότητα με τη δικαιοσύνη, θέτοντας στο επίκεντρο τον πολίτη και την καθημερινότητά του.
Η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας αποδεικνύει για άλλη μία φορά ότι οι υποσχέσεις της δεν μένουν στα λόγια. Η θέσπιση ενός διαφανούς και προβλέψιμου μηχανισμού προσαρμογής του κατώτατου μισθού αποτελεί έμπρακτη απόδειξη της προσήλωσης στις ευρωπαϊκές αξίες και στη στήριξη των εργαζομένων.
Υπό αυτό το πρίσμα λοιπόν, από το 2028, ο κατώτατος μισθός θα καθορίζεται με κριτήρια που λαμβάνουν υπόψη τον πληθωρισμό και την αγοραστική δύναμη, εξασφαλίζοντας ότι οι αυξήσεις δεν θα είναι προϊόν πολιτικών αποφάσεων, αλλά αποτέλεσμα αντικειμενικών δεδομένων.
«Στήριξη των εργαζομένων»
Υλοποιώντας το σχέδιό της, η Κυβέρνηση θεσπίζει ρήτρα ακρίβειας που προστατεύει τον κατώτατο μισθό από τον πληθωρισμό, ενώ παράλληλα προβλέπει μέτρα σταθερότητας σε περιόδους οικονομικής κρίσης. Αυτό σημαίνει ότι οι εργαζόμενοι δεν θα θυσιάζονται στον βωμό των δημοσιονομικών προσαρμογών, αλλά θα στηρίζονται σε περιόδους δυσκολιών.
Ακόμη, με την ενίσχυση των συλλογικών διαπραγματεύσεων, το νομοσχέδιο αναδεικνύει τον ρόλο των κοινωνικών εταίρων στη διαμόρφωση ενός πλαισίου που σέβεται τις ανάγκες τόσο των εργαζομένων όσο και των επιχειρήσεων. Το μήνυμα είναι ξεκάθαρο: η ανάπτυξη δεν μπορεί να είναι μονομερής· πρέπει να είναι δίκαιη και συμμετοχική.
«Πράξεις, όχι λόγια: Η δέσμευση γίνεται πράξη»
Η αύξηση του κατώτατου μισθού στα 950 ευρώ έως το 2027 αποτυπώνει τη βούληση της Κυβέρνησης να βελτιώσει ουσιαστικά τη ζωή των εργαζομένων. Από το 2019, ο κατώτατος μισθός έχει αυξηθεί σωρευτικά κατά 46%, και οι μειώσεις των ασφαλιστικών εισφορών κατά 4,4 ποσοστιαίες μονάδες δίνουν ανάσα στην αγορά εργασίας. Η πολιτική αυτή δεν είναι αποσπασματική, αλλά εντάσσεται σε μια ευρύτερη στρατηγική που στόχο έχει τη μείωση της ανεργίας και τη δημιουργία νέων, καλά αμειβόμενων θέσεων εργασίας.
Επιπροσθέτως, όπως ανέφερε και η Υπουργός Εργασίας Νίκη Κεραμέως στη Βουλή, «το νομοσχέδιο επεκτείνει τις ευεργετικές του διατάξεις και στον δημόσιο τομέα, διασφαλίζοντας ότι ο εισαγωγικός μισθός δεν θα υπολείπεται του κατώτατου μισθού. Αυτή η προσέγγιση είναι πολύ σημαντική, διότι εξασφαλίζει την ισορροπία και την ισότητα μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, ενισχύοντας τη συνοχή στο σύνολο της αγοράς εργασίας».
«Στο επίκεντρο ο άνθρωπος»
Η Νέα Δημοκρατία διαχρονικά αποδεικνύει ότι νομοθετεί με γνώμονα τις πραγματικές ανάγκες της κοινωνίας. Έτσι λοιπόν και αυτό το νομοσχέδιο για τον κατώτατο μισθό δεν είναι απλώς μια τεχνική μεταρρύθμιση. Είναι μια δήλωση κοινωνικής ευαισθησίας και οικονομικής υπευθυνότητας. Είναι η απάντηση σε εκείνους που αμφισβητούν την πολιτική βούληση για αλλαγές υπέρ των εργαζομένων.
Με την ψήφιση αυτού του νομοσχεδίου, η Ελλάδα έκανε ένα ακόμη βήμα προς την κατεύθυνση της κοινωνικής δικαιοσύνης και της οικονομικής ευημερίας. Από το 2019 και έπειτα, όλοι έχουν αντιληφθεί πλέον πως η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας δεν φοβάται να πάρει αποφάσεις που ενισχύουν τη σταθερότητα, προστατεύουν τους εργαζόμενους και δημιουργούν τις βάσεις για μια πιο ανταγωνιστική οικονομία.
«Η Ελλάδα επενδύει στο μέλλον»
Σε έναν κόσμο που αλλάζει διαρκώς, η Ελλάδα δεν μένει πίσω. Με σταθερές πολιτικές επιλογές και αποφασιστικότητα, η Κυβέρνηση χτίζει μια χώρα που στηρίζει τον εργαζόμενο, ενισχύει την οικονομία και επενδύει στο μέλλον. Το νομοσχέδιο για τον κατώτατο μισθό είναι μια ακόμη απόδειξη ότι η Ελλάδα του 2024 προχωρά μπροστά, με πυξίδα την ανάπτυξη και κέντρο τον άνθρωπο, καθώς για πρώτη φορά, η αναπροσαρμογή του μισθού δεν θα εξαρτάται από πολιτικές διακυμάνσεις, αλλά από αντικειμενικά δεδομένα όπως ο δείκτης τιμών καταναλωτή και η αγοραστική δύναμη. Αυτός ο μηχανισμός φέρνει διαφάνεια και σταθερότητα, ενισχύοντας την εμπιστοσύνη των εργαζομένων και των επιχειρήσεων.
Η Νέα Δημοκρατία αποδεικνύει ότι, ακόμη και στις πιο δύσκολες εποχές, δεν υπάρχει χώρος για αναστολές. Με το βλέμμα στραμμένο στο αύριο, η Κυβέρνηση συνεχίζει να επενδύει στον πολίτη, να οικοδομεί την αξιοπρέπεια και να θωρακίζει το δικαίωμα για ένα καλύτερο μέλλον. Γιατί η πρόοδος δεν είναι επιλογή. Είναι καθήκον.
*Ο Γιώργος Καψιώχας είναι υπεύθυνος Παραγωγικών Τομέων στο Εκτελεστικό Γραφείο της ΟΝΝΕΔ