Η 1 Μαρτίου ήταν η ημέρα που κηρύχθηκε εθνικό πένθος έπειτα από τη σιδηροδρομική τραγωδία των Τεμπών. Το επίσημο πένθος τελείωσε μετά τις προβλεπόμενες τρεις ημέρες. Το εντός μας εθνικό πένθος όμως παραμένει στα αισθήματα, στις συζητήσεις, στις συνειδήσεις μας. Η απώλεια, άδικη και αδόκητη, τόσων νέων ανθρώπων δικαιολογεί τον πόνο που γίνεται θυμός και οργή.
Γράφει ο Γιώργος Κουμουτσάκος, π. Αν Υπουργός και βουλευτής του Βόρειου Τομέα της Αθήνας με τη Νέα Δημοκρατία
Η «γενιά των τρένων»* διαμορφώνει νέα κοινωνικά και πολιτικά δεδομένα. Το εφιαλτικό δυστύχημα στα Τέμπη είναι μια κοφτερή τομή οδύνης στο χρόνο. Ορίζει επώδυνα ένα «πριν» και ένα «μετά».
Αυτό το «μετά» καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε τώρα ως Πολιτεία, ως πολιτική και ως κοινωνία. Η φονική σύγκρουση δύο αμαξοστοιχιών που πορεύονταν μοιραία ανυποψίαστες στην ίδια γραμμή προς μια εκατόμβη, αποτελεί μια μη ανεκτή πραγματικότητα στην ευρωπαϊκή Ελλάδα του 21ου αιώνα.
Το πλήγμα που επήλθε στην ήδη σοβαρά τραυματισμένη σχέση Πολίτη – Πολιτείας, Πολίτη – Πολιτικής είναι μεγάλο. Χειρότερα, είναι σωρευτικό.
Οφείλουμε λοιπόν ως εκφραστές και μέλη της πολιτικής τάξης να σπεύσουμε. Να σπεύσουμε για να μη γίνει αυτό το τραύμα εμπιστοσύνης των πολιτών, ιδίως στη νέα γενιά, βαθύ και αθεράπευτο. Να μη γίνει η σημερινή απόσταση, αγεφύρωτο χάσμα με μόνον κερδισμένο τα καραδοκούντα άκρα, την αδιαφορία και την αποστροφή από την πολιτική ως θεμελιώδη δημοκρατική λειτουργία.
Μπροστά σε αυτά τα ζοφερά ενδεχόμενα οι επικείμενες εκλογές ως στιγμή αυθεντικής έκφρασης και αδιαμεσολάβητης αποτύπωσης της λαϊκής βούλησης, αποκτούν καθοριστική σημασία για την επόμενη μέρα. Για το μέλλον.
Έως τότε, στους μήνες που απομένουν μέχρι την κορυφαία ώρα του πολίτη, η πολιτική και οι πολιτικοί οφείλουμε να κινηθούμε με γνώμονα τρεις λέξεις: ενσυναίσθηση, αποτελεσματικότητα και κυρίως, δικαιοσύνη.
Ενσυναίσθηση.
Να αφουγκραστούμε την βοή των γεγονότων. Να ακούσουμε με προσοχή, να ερμηνεύσουμε σωστά και να πράξουμε σωστά. Να μεταβάλλουμε συμπεριφορές. Να πορευθούμε σεμνά και ταπεινά. Να θυμηθούμε ξανά ότι η πολιτική δεν έχει μόνον διαχειριστική αποστολή επίλυσης προβλημάτων και παραγωγής συγκεκριμένου έργου. Έχει και έναν πολύ σοβαρό, ζωτικής σημασίας για το κοινωνικό σύνολο, παιδευτικό ρόλο.
Οφείλει δηλαδή ή ίδια η πολιτική να παράγει παράδειγμα συμπεριφοράς για τους πολίτες. Είναι απαραίτητο για να μείνουν οι πολίτες συμμέτοχοι στα κοινά. Για να μην μας γυρίσουν την πλάτη, επιλέγοντας άλλους, αντισυστημικούς και ακραίους δρόμους
Αποτελεσματικότητα. Να κερδίσει το στοίχημα η Κυβέρνηση και να γίνουν πράξη εκείνα που ανακοινώθηκαν για την άμεση αναβάθμιση και τα απαραίτητα εκσυγχρονιστικά βήματα στη λειτουργία των ελληνικών σιδηροδρόμων.
Πάνω απ´όλα δε οφείλουμε να κερδίσουμε το στοίχημα της μέγιστης ασφάλειας στη λειτουργία τους.
Δικαιοσύνη. Όχι θεωρητικά και αφηρημένα. Όχι σαν πονηρό «προοδευτικό» πολιτικό σύνθημα προς άγραν «προοδευτικών» ψήφων. Δικαιοσύνη εφαρμοσμένη, χειροπιαστή. Ορατή από μια κοινωνία που έχει μείνει άναυδη μπροστά στο κόστος σε ανθρώπινες ζωές ενός δυστυχήματος που κάλλιστα θα μπορούσε να μην έχει γίνει. Καταλογισμός ευθυνών και ποινών ανεξάρτητα από το ποιος και που, όπως σωστά και αυστηρά είπε ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου.
Με αυτά τα βήματα θα καλυφθεί ένα σοβαρό μέρος της απόστασης εμπιστοσύνης μεταξύ πολιτών και πολιτικής και θα ξεκινήσει η σταδιακή επούλωση του
τραύματος. Του εντός μας πένθους.
Τότε θα επανέλθει στην ουσία του το πραγματικό πολιτικό δίλημμα της επόμενης εκλογικής αναμέτρησης:
Σταθερότητα και στιβαρή διακυβέρνηση ή κυβερνητική αστάθεια και αβεβαιότητα;
Μπροστά ή πίσω;
Η Ελλάδα δεν έχει την πολυτέλεια της αβεβαιότητας. Ούτε της επιστροφής στο παρελθόν, στα έργα και στις ημέρες μιας ασυνάρτητης αριστεράς.
*Δάνειο από τον τίτλο άρθρου του κ. Στράτου Φαναρά.
Το κείμενο αυτό με τίτλο «Μετά τα Τέμπη», δημοσιεύτηκε ως άρθρο γνώμης στη ηλεκτρονική σελίδα της Ναυτεμπορικής.