Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η αποκάλυψη της υποκλοπής του κινητού τηλεφώνου του προέδρου του ΠΑΣΟΚ Νίκου Ανδρουλάκη –όταν ήταν ευρωβουλευτής και μόνον– από την ΕΥΠ αποτελεί ένα σοβαρό πολιτικό γεγονός που σφραγίζει τις πολιτικές εξελίξεις των ημερών. Και δημιουργεί αναμφίβολα σοβαρά ερωτήματα, που πρέπει οπωσδήποτε να απαντηθούν, σε θεσμικό επίπεδο, στον ανώτατο χώρο της Δημοκρατίας, δηλαδή στη Βουλή, που αποτελεί την εθνική αντιπροσωπεία.
Θεωρώ ότι η άμεση αντίδραση του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη, μόλις πληροφορήθηκε το γεγονός αυτό, να ζητήσει την παραίτηση δύο στενότατων συνεργατών του και να προχωρήσει άμεσα στη θεσμική θωράκιση του τρόπου λειτουργίας των υπηρεσιών ασφαλείας και πληροφοριών, αποτελεί ένα λίαν θετικό γεγονός.
Φυσικά αυτό δεν ικανοποιεί και δεν επρόκειτο να ικανοποιήσει τα κόμματα της αντιπολίτευσης, που βρήκαν αφορμή το μεγάλο, ασυγχώρητο λάθος που έγινε με την παρακολούθηση τηλεφώνου του κ. Ανδρουλάκη για να ξεκινήσουν μια άνευ προηγουμένου επίθεση εναντίον της κυβέρνησης και προσωπικά εναντίον του πρωθυπουργού.
Γνωρίζοντας τον κ. Μητσοτάκη επί δεκαετίες, δεν έχω καμία αμφιβολία ότι λέει την αλήθεια όταν υποστήριξε ότι δεν γνώριζε το απαράδεκτο γεγονός και ότι αν το γνώριζε δεν θα είχε επιτρέψει ποτέ να συμβεί. Και το απέδειξε με τη στάση του μετά. Γιατί είναι βαθιά δημοκρατικός και κοινοβουλευτικός ηγέτης.
Αυτό βέβαια δεν ικανοποιεί την αντιπολίτευση. Οχι επί της ουσίας. Αλλά γιατί για πρώτη φορά έχουν τη δυνατότητα να πλήξουν το κύρος του ίδιου του Κυριάκου Μητσοτάκη, μετά την ανάληψη της πρωθυπουργίας. Και να συμπτύξουν ένα «αντιδεξιό» μέτωπο που σκοπό έχει να υπονομεύσει την κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας και να επιχειρήσει την ανατροπή της. Είναι βέβαιο ότι δεν θα τα καταφέρουν.
Η κυβέρνηση είναι και θα παραμείνει ισχυρή γιατί απευθύνεται στον κόσμο και στα προβλήματά του. Και δεν θα πάψει να ασχολείται με την επίλυση αυτών των πολύ δύσκολων προβλημάτων στην εξαιρετικά δυσχερή φάση που περνάει ο κόσμος ολόκληρος, η Ελλάδα αλλά και το πολιτικό μας σύστημα.
Επειδή ο ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ δεν διαθέτουν εναλλακτική πρόταση για τη διακυβέρνηση της χώρας, επιδιώκουν μέσω της θλιβερής αυτής περίπτωσης με την υποκλοπή στο τηλέφωνο του κυρίου Ανδρουλάκη να αλλάξουν την ατζέντα της πολιτικής επικαιρότητας από τα πραγματικά προβλήματα του κόσμου. Δεν θα τα καταφέρουν.
Αν για κάποιο λόγο θα έπρεπε να επικρίνουν τον κ. Μητσοτάκη είναι γιατί επέλεξε ορισμένα πρόσωπα σε θέσεις-κλειδιά, τα οποία δυστυχώς δεν απέδωσαν τα αναμενόμενα. Αλλά αυτό είναι κάτι που συχνά συμβαίνει στην πολιτική. Ο κ. Μητσοτάκης το κατάλαβε και έκανε τις απαραίτητες αλλαγές και θα συνεχίσει να κάνει αυτές που κρίνει σκόπιμες για την πιο εύρυθμη λειτουργία και της κυβέρνησης και της χώρας.
Κατά την προσωπική μου γνώμη, ο πρωθυπουργός θα έπρεπε να προχωρήσει τολμηρά προς τα μπρος, αγνοώντας τις ανυπόστατες κατηγορίες των αντιπάλων του. Και να διαμορφώσει ένα νέο ισχυρό κυβερνητικό σχήμα, εμπιστευόμενος ακόμα περισσότερο την κοινοβουλευτική ομάδα της Νέας Δημοκρατίας, η οποία παραμένει αρραγής και συσπειρωμένη σαν γροθιά γύρω του. Δεν έχει τίποτα άλλο να τον ανησυχεί, παρά μόνον τα πραγματικά προβλήματα της χώρας, που απέδειξε ότι είναι ο πιο κατάλληλος να τα διαχειριστεί σ’ αυτήν την εξαιρετικά δύσκολη και κρίσιμη περίοδο.
Ο Γιάννης Λοβέρδος είναι Βουλευτής Δυτικού Τομέα Αθηνών της ΝΔ