Περισσότεροι από τους μισούς ενήλικες Αμερικανούς έχουν πλέον ελαφρώς μικρότερο δείκτη νοημοσύνης, επειδή για πολλά χρόνια, όταν ήταν παιδιά στον 20ό αιώνα, εισέπνεαν τις εξατμίσεις των αυτοκινήτων που κινούνταν με βενζίνη που περιείχε μόλυβδο, σύμφωνα με μια νέα αμερικανική επιστημονική μελέτη, οι εκτιμήσεις της οποίας χαρακτηρίστηκαν «σοκαριστικές» από τους ερευνητές.
Η βενζίνη με μόλυβδο που χρησιμοποιήθηκε στη διάρκεια του προηγούμενου αιώνα – προτού καταργηθεί τελικά για χάρη της αμόλυβδης – εκτιμάται ότι «έκλεψε» συνολικά 824 εκατομμύρια μονάδες του δείκτη ευφυίας (IQ) από τους μισούς περίπου Αμερικανούς. Αυτό αντιστοιχεί κατά μέσο όρο σε μια μείωση της ευφυΐας του μέσου Αμερικανού κατά σχεδόν τρεις μονάδες IQ.
Μάλιστα όσοι γεννήθηκαν από τα μέσα της δεκαετίας του 1960 έως τις αρχές του 1970 – της πιο επιβαρυμένης περιόδου από την άποψη της έκθεσης του πληθυσμού στον μόλυβδο της βενζίνης – μπορεί να έχασαν στην πορεία ο καθένας έξι έως επτά μονάδες IQ. Οι ερευνητές επεσήμαναν ότι λίγες μονάδες IQ μπορεί να φαίνονται αμελητέες, όμως μπορούν να είναι αρκετές για να ρίξουν έναν άνθρωπο κάτω του μέσου όρου της ευφυΐας (IQ μικρότερο του 85) ή ακόμη χειρότερα να χαρακτηρίσουν έναν άνθρωπο ως έχοντα νοητική καθυστέρηση (IQ κάτω του 70).
Ο μόλυβδος προστέθηκε στη βενζίνη το 1923, προκειμένου να δουλεύει καλύτερα η μηχανή των αυτοκινήτων. Όμως η «υγεία» των οχημάτων είχε ως τίμημα την υγεία των ανθρώπων, οι οποίοι εκτίθεντο για χρόνια σε αέρια με μόλυβδο από τις εξατμίσεις.
Οι ερευνητές των πανεπιστημίων Ντιουκ της Β.Καρολίνα και της Φλόριντα, με επικεφαλής τον Άαρον Ρόιμπεν, οι οποίοι έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό της Εθνικής Ακαδημίας Επιστημών των ΗΠΑ (PNAS), υπολόγισαν σε βάθος χρόνου την επιβάρυνση του μολύβδου στην υγεία του εγκεφάλου κάθε Αμερικανού που ήταν ζωντανός το 2015.
Υπολόγισαν ότι την χρονιά εκείνη τουλάχιστον 170 εκατομμύρια Αμερικανοί – πάνω από τον μισό πληθυσμό των ΗΠΑ – είχαν ανησυχητικά υψηλά επίπεδα μόλυβδου στο αίμα τους, όταν ήταν παιδιά, κάτι που είχε ως πιθανή συνέπεια ότι εμφάνιζαν χαμηλότερο IQ, καθώς επίσης μικρότερο όγκο εγκεφάλου, μεγαλύτερη πιθανότητα νοητικών-ψυχικών παθήσεων και αυξημένο καρδιαγγειακό κίνδυνο ως ενήλικες.
Η κατανάλωση βενζίνης με μόλυβδο αυξήθηκε σημαντικά στις αρχές της δεκαετίας του 1960 και κορυφώθηκε στη δεκαετία του 1970. Ουσιαστικά οποιοσδήποτε γεννήθηκε σε εκείνες τις δύο δεκαετίες, σύμφωνα με τους ερευνητές, εκτέθηκε σε επικίνδυνα επίπεδα μολύβδου στο περιβάλλον εξαιτίας των αυτοκινήτων.
Ο μόλυβδος είναι νευροτοξικός και μπορεί να κάνει ζημιά στα εγκεφαλικά κύτταρα μετά την είσοδό του στο σώμα. Σύμφωνα με τους ειδικούς, δεν υπάρχει ασφαλές επίπεδο έκθεσης στον μόλυβδο σε κανένα στάδιο της ανθρώπινης ζωής. Ιδιαίτερα τα μικρά παιδιά είναι ευάλωτα στην ικανότητα του μολύβδου να διαταράσσει την ανάπτυξη του εγκεφάλου και κατ’ επέκταση να υποσκάπτει τη γνωστική-νοητική ικανότητα.
«Ο μόλυβδος είναι ικανός να εισέρχεται στην κυκλοφορία του αίματος από τη στιγμή που εισπνέεται ως σκόνη ή καταπίνεται ή καταναλώνεται μαζί με το νερό. Μέσω του αίματος μπορεί να διαπεράσει και τον αιματο-εγκεφαλικό φραγμό», δήλωσε ο Ρόιμπεν.
Περισσότερα από 70 χρόνια χρήσης βενζίνης με μόλυβδο έχουν αφήσει ένα μόνιμο σημάδι στην ανθρώπινη υγεία και στην ευφυΐα, σύμφωνα με τη μελέτη. Ερωτηματικό προς διερεύνηση παραμένει κατά πόσο η μακροχρόνια έκθεση σε μόλυβδο στο παρελθόν μπορεί να επιταχύνει τη γήρανση ή τη γνωστική εξασθένηση – ή και την άνοια – των ηλικιωμένων.