«Η κυβέρνησή μας τηρώντας στο ακέραιο τις προεκλογικές δεσμεύσεις συνεχίζει παρά τις αλλεπάλληλες εξωγενείς τεράστιες κρίσεις τη στήριξη της κοινωνίας, όλων των κοινωνικών ομάδων και των συνταξιούχων. Οι κρίσεις μας υποχρεώνουν να προχωρούμε πιο γρήγορα, να προχωρούμε τάχιστα στην εφαρμογή των πολιτικών μας ώστε να απαλύνουμε το αποτύπωμα της ακρίβειας στους πολίτες αλλά και στις επιχειρήσεις», τόνισε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, Γιάννης Οικονόμου ξεκινώντας την ενημέρωση των πολιτικών συντακτών.

Αναφέρθηκε συγκεκριμένα στην περίπτωση των συνταξιούχων επισημαίνοντας πως η κυβέρνηση προχωρά τώρα σε νέες παρεμβάσεις που θα ενισχύσουν περαιτέρω το εισόδημά τους. «Μάλιστα ένας στους δύο συνταξιούχους θα λάβει τουλάχιστον μία επιπλέον σύνταξη, συνολικά από τη στήριξη ενώ αρκετοί θα πάρουν και μεγαλύτερα ποσά».

Επεσήμανε πως οι αυξήσεις προκύπτουν από τις ακόλουθες παρεμβάσεις: από το «ξεπάγωμα» των τακτικών αυξήσεων από τις αρχές του 2023, που εκτιμάται ότι θα είναι της τάξης του 7%, από την οριζόντια κατάργηση της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης, από την καταβολή της έκτακτης οικονομικής ενίσχυσης ύψους 250 ευρώ στα τέλη του χρόνου και από την καταβολή της 4ης ετήσιας δόσης που προβλέπεται στον ν. Βρούτση για συνταξιούχους που υπέβαλαν αίτηση πριν τον Μάιο του 2016 με περισσότερα από 30 χρόνια ασφάλισης.

Ο κ. Οικονόμου επεσήμανε ότι με βάση τα στοιχεία του ΕΦΚΑ αύξηση της τάξεως του 7% θα δουν 1.682.116 συνταξιούχοι. Από αυτούς το 80 με 85% θα δει ακέραια την αύξηση του ποσοστού του 7% ενώ η συντριπτική πλειοψηφία των υπολοίπων θα δει αυξήσεις που θα ξεπερνούν το 6,5%.

Συνολικά 1.194.806 συνταξιούχοι θα λάβουν το έκτακτο βοήθημα των 250 ευρώ. 222.570 θα λάβουν την τέταρτη ετήσια αύξηση του ν. Βρούτση και 841.717 συνταξιούχοι θα δουν κατάργηση της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης.

Υπογράμμισε ότι τα στοιχεία αυτά αποδεικνύουν, ότι η κυβέρνηση εξαντλεί τις δυνατότητες του προϋπολογισμού προς όφελος και των συνταξιούχων. «Δυνατότητες που η ίδια η κυβέρνησή μας με την πρόοδο της ελληνικής οικονομίας βάσει του σχεδίου που εφαρμόζουμε έχει δημιουργήσει».

Τόνισε μάλιστα ότι αξίζει να θυμόμαστε πως στο παρελθόν, ο ΣΥΡΙΖΑ έκανε μόνο περικοπές μέσω του ν. Κατρούγκαλου αλλά και άλλων αρνητικών παρεμβάσεων ενώ σήμερα η κυβέρνηση καμία περικοπή και μόνο αυξήσεις, μικρότερες ή μεγαλύτερες.

Πρόσθεσε ότι όλα αυτά επιτρέπουν στον πολίτη να έχει μία καθαρή εικόνα από τη μια για εκείνους που τηρούν τις δεσμεύσεις τους αλλά και για εκείνους που λένε ψέματα, εκείνους που παραπλανούν, εκείνους που άλλα υπόσχονται και στο τέλος άλλα πράττουν.

«Στο τέλος της ημέρας, οι πολίτες ενδιαφέρονται για έργα και οι πολιτικοί κρίνονται από το αποτέλεσμα», τόνισε.

Πέρασε στη συνέχεια στο κομμάτι της πίεσης που αισθανόμαστε όλοι λόγω της ακρίβειας και επεσήμανε ότι η κυβέρνηση διακρίνοντας έγκαιρα το πρόβλημα των διεθνών ενεργειακών ανατιμήσεων έχει αναπτύξει σειρά δράσεων για την ελάφρυνση των καταναλωτών και τη στήριξη των πιο αδύναμων. «Συνολικά οι δράσεις αυτές για το 2022 φθάνουν τα 13 δισεκ. ευρώ. Οι αυξήσεις είναι δυσανάλογα μεγάλες σε όλο το φάσμα της αγοράς ενέργειας και προκαλούν έτσι δυσχέρεια και προβλήματα στους πολίτες σε κάθε σχεδόν τομέα της αγοράς, σε όλες τις πτυχές του οικονομικού τους βίου». Υπογράμμισε ότι η κυβέρνηση έχει πλήρη γνώση και αξιοποιεί κάθε οικονομική δυνατότητα που υπάρχει για να στηρίξει την κοινωνία.

Παράλληλα με τη χρηματοδότηση, η κυβέρνηση αναπτύσσει πρωτοβουλίες για την καταπολέμηση και της κερδοσκοπείας στο βαθμό που αυτή παρατηρείται και που επιδεινώνει το πρόβλημα της ακρίβειας. Για να έχει αποτέλεσμα η καταπολέμηση αυτή χρειάζονται έλεγχοι και μέσα, τόνισε και αναφέρθηκε αναλυτικά τόσο στους ελέγχους που πραγματοποιούνται από τη ΔΙΜΕΑ αλλά και στις νομοθετικές παρεμβάσεις που βοηθούν στην κατεύθυνση αυτή.

Ειδική αναφορά έκανε στο καλάθι στης νοικοκυράς και κλείνοντας θέλησε να σημειώσει ότι πιστώθηκε στους λογαριασμούς 10.561 δικαιούχων η πρώτη δόση του προγράμματος των νέων αγροτών, συνολικού ύψους περίπου 278 εκατ. ευρώ.

«Η ενίσχυση και η προσέλκυση νέων αγροτών είναι κομβική για το παρόν και το μέλλον του πρωτογενούς τομέα στην πατρίδα μας, στη δεδομένη συγκυρία για έναν παραπάνω λόγο διότι η αύξηση της εγχώριας παραγωγής μας καθιστά λιγότερο ευαίσθητους σε εξωγενείς πιέσεις», είπε κλείνοντας την εισαγωγική τοποθέτησή του ο κ. Οικονόμου.