Πριν από είκοσι τρία χρόνια, ένα ζεστό πρωινό του Σεπτέμβρη, η Ελλάδα πάγωσε στο άκουσμα της στυγνής δολοφονίας του Παύλου Μπακογιάννη. Η ελεύθερη ραδιοφωνία, που τότε είχε αρχίσει να κατακλύζει τα ερτζιανά, μετέδωσε αστραπιαία το άσχημο μαντάτο σε όλη τη χώρα.
Την αρχική παγωμάρα διαδέχθηκε ο γοερός θρήνος. Θυμάμαι ανθρώπους να βουρκώνουν και να κλαίνε, αδυνατώντας να διαχειριστούν αλλιώς τη θλίψη που κατέλαβε όλη την κοινωνία. Υστερα ακολούθησε η οργή για τους δράστες της άνανδρης και άδικης δολοφονίας. Η πάνδημη συμμετοχή στην κηδεία του αποτέλεσε ταυτόχρονα αναγνώριση της προσφοράς του και παλλαϊκή αποδοκιμασία της τρομοκρατίας. Η νέμεση ήλθε τελικά το 2004, με τη σύλληψη και την τιμωρία των δραστών.
Ο Παύλος Μπακογιάννης πρόσφερε πάρα πολλά στην Ελλάδα. Η συμβολή του στην έμπρακτη εθνική συμφιλίωση υπήρξε μνημειώδης, θεραπεύοντας πληγές δεκαετιών. Αλλά και ο αδόκητος θάνατός του υπήρξε καθοριστικός για την ομόθυμη μετωπική σύγκρουση με την τρομοκρατία. Οι νεκροί πεθαίνουν όταν τους λησμονούν…