Περισσότεροι από 450.000 είναι οι ενάγοντες καταναλωτές στην πρώτη μεγάλη δίκη στη Γερμανία, με την οποία εκατοντάδες χιλιάδες πελάτες ζητούν από την Volkswagen αποζημίωση για τα αυτοκίνητα ντίζελ με παραποιημένο λογισμικό που αγόρασαν, τέσσερα χρόνια αφότου ξέσπασε το σκάνδαλο «dieselgate».
Η πρώτη ακροαματική συνεδρίαση αυτής της δίκης, η οποία αναμένεται να διαρκέσει χρόνια, άρχισε λίγο μετά τις 11 το πρωί (ώρα Ελλάδας), στο περιφερειακό δικαστήριο του Μπρούνσβικ, που μεταφέρθηκε για τον σκοπό αυτόν στο συνεδριακό κέντρο της πόλης. Μια δεύτερη ακροαματική συνεδρίαση προβλέπεται να πραγματοποιηθεί στις 18 Νοεμβρίου.
Η ένωση καταναλωτών VZBV εμφανίζεται ως μοναδικός ενάγων και κατηγορεί τον όμιλο Volkswagen ότι έβλαψε εσκεμμένα τους πελάτες του, εγκαθιστώντας εν αγνοία τους, ένα λογισμικό που εμφάνιζε το όχημα λιγότερο ρυπογόνο απ’ ό,τι είναι στην πραγματικότητα.
«Θα ήθελα η Volkswagen να επιστρέψει το τίμημα της αγοράς», εξηγεί στο Γαλλικό Πρακτορείο ο Αντρέας Σαρκλέτι, ένας πελάτης από το Ανόβερο. «Όμως φοβάμαι πως η δίκη θα διαρκέσει πάρα πολύ καιρό».
Αυτή η δικαστική πτυχή είναι προς το παρόν η πιο σημαντική στη Γερμανία, στο πλαίσιο αυτού του σκανδάλου, ενώ ο κατασκευαστής επιχειρεί να γυρίσει σελίδα, στοιχηματίζοντας στον ηλεκτρισμό.
Συγκεκριμένα, οι δικαστές θα πρέπει να αποφανθούν για μια πενηνταριά σημεία, όμως η κύρια ερώτηση θα είναι να διαπιστωθεί αν η Volkswagen «προκάλεσε βλάβη» και έδρασε «με τρόπο αντιδεοντολογικό».
«Πιστεύουμε πως έχουμε πιθανότητες να κερδίσουμε, επειδή η Volkswagen εξαπάτησε», δήλωσε πριν από την ακροαματική διαδικασία ο Ραλφ Ζάουερ, δικηγόρος της VZBV.
Όμως η Volkswagen εκτιμά πως «δεν υπάρχει βλάβη και συνεπώς δεν υπάρχει βάση για την προσφυγή αυτή. Σήμερα ακόμη, εκατοντάδες χιλιάδες οχήματα χρησιμοποιούνται», στους δρόμους, επιμένει η Μαρτίνα ντε Λιντ φαν Βάινγκαρντεν, σύμβουλος της επιχείρησης.
Ακόμη κι αν αποδειχθεί δυσμενής για τη Volkswagen, η ετυμηγορία δεν θα επιφέρει άμεσα κάποια επιστροφή χρημάτων: κάθε καταναλωτής που συμμετέχει στην προσφυγή, θα πρέπει στη συνέχεια να διεκδικήσει ατομικά τα δικαιώματά του.
Η εξέταση αυτής της συλλογικής προσφυγής αναμένεται να διαρκέσει τουλάχιστον μέχρι το 2023, καθώς υπάρχει δυνατότητα έφεσης ενώπιον του ομοσπονδιακού δικαστηρίου, σύμφωνα με τη Volkswagen. Οι ατομικές διαδικασίες μπορεί ακόμη να απαιτήσουν πάνω από έναν χρόνο, στη συνέχεια.
Για να συντομεύσει τη διαδικασία, η VZBV είναι «ανοικτή» σε έναν φιλικό διακανονισμό, όμως «σ’ αυτή την περίπτωση, η Volkswagen θα πρέπει εντούτοις να πληρώσει ένα σημαντικό ποσό», εξήγησε ο Ζάουερ στο Γαλλικό Πρακτορείο.
Ο κατασκευαστής εκτιμά πως μια τέτοια συμφωνία «είναι λίγο πιθανή», λόγω της ετερογένειας των καταστάσεων: ένα μέρος των φακέλων αφορούν πελάτες που κατοικούν στο εξωτερικό ή αγόρασαν το όχημά τους, μετά την αποκάλυψη της υπόθεσης.
Παράλληλα, με την ομαδική διαδικασία, 61.000 ατομικές προσφυγές έχουν κατατεθεί στη Γερμανία, μέρος των οποίων έχουν καταλήξει σε εξωδικαστικές συμφωνίες.
60 δισ. σε πρόστιμα, αποζημιώσεις και στροφή στην ηλεκτροκίνηση
Το σκάνδαλο χρονολογείται από το 2015, όταν η Volkswagen ομολόγησε πως είχε εξοπλίσει 11 εκατομμύρια οχήματα με λογισμικά που παραποιούσαν τις εκπομπές ρύπων. Έκτοτε, έχει κοστίσει στον όμιλο περισσότερα από 30 δισεκατομμύρια ευρώ σε δικαστικά έξοδα, πρόστιμα και αποζημιώσεις, το μεγαλύτερο μέρος των οποίων καταβλήθηκε στις ΗΠΑ.
Προς το παρόν, ο κατασκευαστής δεν έχει πληρώσει στη Γερμανία, παρά τρία πρόστιμα συνολικού ύψους 2,3 δισ. ευρώ, όμως παραμένει υπό την απειλή πολλών αστικών και ποινικών διώξεων.
Έτσι, σε μια δίκη που άρχισε πριν από έναν χρόνο, επενδυτές ζητούν αποζημίωση για τη θεαματική πτώση της μετοχής της Volkswagen στο χρηματιστήριο, μετά το ξέσπασμα του dieselgate.
Την περασμένη εβδομάδα, ο νυν επικεφαλής της εταιρείας Χέρμπερτ Ντις και ο πρόεδρος του συμβουλίου επίβλεψης του ομίλου Χανς Ντίτερ Πετς παραπέμφθηκαν ενώπιον των δικαστών, για χειραγώγηση μετοχών στο χρηματιστήριο. Ο πρώην επικεφαλής Μάρτιν Βίντερκορν, ο οποίος υποχρεώθηκε να παραιτηθεί το 2015, παραπέμφθηκε για «απάτη».
Για τη Volkswagen, το σκάνδαλο του ντίζελ «ανήκει στην ιστορία του ομίλου», όπως «το κατσαριδάκι και το Golf», αναγνωρίζει ο Ραλφ Μπραντστέτερ, υπεύθυνος της μάρκας VW.
Όμως διαβεβαιώνει πως ο όμιλος «έχει αλλάξει βαθιά»: ο κατασκευαστής ποντάρει 30 δισεκατομμύρια δολάρια στη νέα γκάμα ηλεκτρικών αυτοκινήτων του για να «ξανακερδίσει την εκτίμηση της κοινωνίας».
Πέρα από το δικαστικό μέτωπο, το σκάνδαλο επιτάχυνε την παρακμή του ντίζελ και τα ντιζελοκίνητα οχήματα κινδυνεύουν να απαγορευθούν από πολλές γερμανικές πόλεις, λόγω του υψηλού επιπέδου ρύπανσης με οξείδια του αζώτου (NOx).