Μια απόφαση προβληματική
Με την υπ’ αριθμ. 41/2023 απόφασή του το Πρωτοδικείο Φλώρινας απέρριψε τις σοβαρές ενστάσεις για τη δημιουργία Κέντρου «Μακεδονικής Γλώσσας» στη Φλώρινα και επικύρωσε το καταστατικό του. Το πρόβλημα που δημιουρ γεί αυτή η δικαστική απόφαση είναι πρωτίστως κοινωνικό και δευτερευόντως νομικό.
Οι κάτοικοι της Μακεδονίας, οι Έλληνες Μακεδόνες, βλέπουν ότι πλέον ο όρος «μακεδονικός» χρησιμοποιείται για να προσδιορίσει κάτι που όχι μόνο δεν ανήκει σε αυτούς, αλλά δεν είναι καν ελληνικό. Η διαμορφωθείσα κατάσταση είναι απόρροια της Συμφωνίας των Πρεσπών, η οποία ορίζει ότι «η επίσημη γλώσσα του Δεύτερου Μέρους θα είναι η μακεδονική» (περ. γ’ της παρ. 3 του άρθρου 1 της Συμφωνίας).
Δηλαδή, το 2018, με κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ και πρωθυπουργό Τσίπρα, η χώρα μας συμφώνησε ότι υπάρχει μία γλώσσα –άγνωστη έως τότε στη γλωσσολογία– που ονομάζεται «μακεδονική» και τη μιλούν οι κάτοικοι μίας χώρας που έχει πρωτεύουσα τα Σκόπια, η οποία με την ίδια Συνθήκη βαφτίζεται «Βόρεια Μακεδονία».
Η παραγγελία του Ντογιάκου
Ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου Ισίδωρος Ντογιάκος παρήγγειλε στον εισαγγελέα Εφετών Αιγαίου την κατ’ απόλυτη προτεραιότητα διενέργεια εισαγγελικής έρευνας για τις παρανομίες που λαμβάνουν χώρα στο νησί της Μυκόνου, οι οποίες κατά κανόνα είναι πολεοδομικές.
Ο ανώτατος εισαγγελικός λειτουργός στην παραγγελία του αναφέρει ότι στο κοσμοπολίτικο αιγαιοπελαγίτικο νησί «επικρατεί βαριά παραβατικότητα, με καταπάτηση κάθε έννοιας δικαίου και μάλιστα με προκλητική παραβίαση των νόμων σε όλους τους τομείς της επιχειρηματικής και οικονομικής δραστηριότητας» και προσθέτει: «Η πράγματι θλιβερή αυτή εικόνα πρέπει να εκλείψει το συντομότερο δυνατόν και ολοκληρωτικά, ώστε να αποκατασταθεί στη συγκεκριμένη περιοχή ο σεβασμός στους νόμους της πολιτείας και να ανυψωθεί το τρωθέν κύρος κάθε είδους κρατικής υπόστασης. Το ίδιο επιτακτική όμως είναι και η ανάγκη να εκλείψει και το δίκαιο παράπονο όλων εκείνων που σεβάστηκαν και τήρησαν τους νόμους».
Η παραγγελία του Ισίδωρου Ντογιάκου ονοματίζει συγκεκριμένες και πολύ γνωστές επιχειρήσεις, γεγονός που καταδεικνύει τη σοβαρότητά της.
Χωρίς Τσίπρα η επόμενη μέρα;
Η κυβέρνηση ηττημένων που ονειρεύονται τόσο ο ΣΥΡΙΖΑ όσο και το ΠΑΣΟΚ έχει πολλά ζητήματα που χρήζουν διευκρίνισης και επίλυσης. Το κυριότερο είναι το αριθμητικό ζήτημα. Δηλαδή, το εάν «βγαίνουν τα κουκιά», πράγμα σχεδόν αδύνατο.
Με δεδομένο ότι ο Νίκος Ανδρουλάκης βάζει (προσώρας τουλάχιστον) βέτο στη συμμετοχή του Γιάνη Βαρουφάκη στο κυβερνητικό σχήμα, τα πράγματα δυσκολεύουν ακόμα περισσότερο ώστε να πραγματοποιηθούν οι επιδιώξεις του μετά τις εθνικές εκλογές.
Ωστόσο, αυτό που θα πρέπει να συνυπολογιστεί είναι ότι σε περίπτωση ευδοκίμησης ενός τέτοιου σεναρίου, υπό την προϋπόθεση της ανάληψης της πρωθυπουργίας από τρίτο πρόσωπο, θα δούμε την επόμενη μέρα του ΣΥΡΙΖΑ χωρίς τον Τσίπρα – ή, ορθότερα, με έναν Τσίπρα στο περιθώριο και θεατή των πολιτικών εξελίξεων.
Εύθικτοι με ότι δεν τους αρέσει
Διαβάζω στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ότι θίχτηκαν ορισμένοι που ο Μανώλης Καψής χαρακτήρισε, προχθές σε πρωινή εκπομπή του τηλεοπτικού σταθμού Οpen, «ηλίθιους» όσους πιστεύουν ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης σκοπεύει να ιδιωτικοποιήσει το νερό.
Συμπτωματικά, όσοι θίχτηκαν από τα λεγόμενα του Μανώλη Καψή υποστηρίζουν ένθερμα τον ΣΥΡΙΖΑ. Δηλαδή, το κόμμα εκείνο που επιχείρησε νύχτα να ιδιωτικοποιήσει το νερό με τη μεταβίβαση των μετοχών της ΕΥΔΑΠ στο Υπερταμείο με τον Ν. 4386/2016, ο οποίος κηρύχθηκε πανηγυρικά αντισυνταγματικός από το Συμβούλιο της Επικρατείας.
Πάντως, είναι αξιοπερίεργη η παιδαριώδης απόπειρα να χρεώσουν την ιδιωτικοποίηση του νερού στην κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας και του Κυριάκου Μητσοτάκη. Ιδίως όταν τα «πειστήρια του εγκλήματος» είναι δημοσιευμένα σε ΦΕΚ.
Η αναθεώρηση του συντάγματος και το άρθρο 16
Το σύνταγμα του 1975 έχει σχεδόν 50 χρόνια ζωής και εφαρμογής. Υπό το θεσμικό και πολιτικό καθεστώς του, η χώρα μας έχει βιώσει τη μακροβιότερη και σταθερότερη δημοκρατική διακυβέρνηση στη συνταγματική Ιστορία της. Αυτό από μόνο του αναδεικνύει αφενός την κανονιστική αξία του συντάγματος του 1975 και αφετέρου την ανάγκη υπεράσπισης στο μέλλον των βασικών χαρακτηριστικών του, για την περαιτέρω εμπέδωση των δημοκρατικών αρχών του πολιτεύματος.
Μέχρι σήμερα, το σύνταγμα έχει αναθεωρηθεί τέσσερις φορές (1986, 2001, 2008, 2019).
Η αναθεώρηση του 1986 αφορούσε αποκλειστικά τον περιορισμό των αρμοδιοτήτων και των εξουσιών του Προέδρου της Δημοκρατίας, η δεύτερη επέφερε εκτεταμένες και ουσιώδεις αλλαγές (προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, ίδρυση Ανεξάρτητων Αρχών, υιοθέτηση της αρχής του κράτους δικαίου, ποινική ευθύνη υπουργών, κατοχύρωση δεύτερου βαθμού Τοπικής Αυτοδιοίκησης κ.ά.), η τρίτη ήταν άκρως περιορισμένη σε τρεις μόνο συνταγματικές διατάξεις (και δικαίως χαρακτηρίζεται ως «χαμένη ευκαιρία») και η τέταρτη με κυριότερες αλλαγές την αποσύνδεση της διάλυσης της Βουλής σε περίπτωση μη εκλογής του Προέδρου της Δημοκρατίας, το δικαίωμα ψήφου στους ομογενείς Ελληνες που διαμένουν στο εξωτερικό και τις τροποποιήσεις στα άρθρα 68 και 86 περί ευθύνης υπουργών και της απόσβεσης των αδικημάτων τους.
Εξ αφορμής της συζητήσεως που άνοιξε για τη διαβάθμιση των καλλιτεχνικών σπουδών, απ’ ό,τι φαίνεται, το 2024 ανοίγει εκ νέου η συζήτηση για την πέμπτη αναθεώρηση.
Από τα λεγόμενα τόσο του πρωθυπουργού όσο και της αρμόδιας υπουργού Παιδείας προκύπτει σθεναρή βούληση για την τροποποίηση του περιβόητου άρθρου 16 για την παροχή Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης και από ιδιωτικά πανεπιστήμια.
Αν και είναι πολύ πρώιμο να μιλήσουμε για τις αναθεωρητέες διατάξεις που θα προταθούν από τη Βουλή και τι τελικώς θα περιλαμβάνει το ψήφισμα της Βουλής που θα προβεί στην αναθεώρηση, καθώς είναι παντελώς άγνωστος ο συσχετισμός των πολιτικών δυνάμεων, είναι σκόπιμο να σχολιαστεί γιατί δεν πρέπει να πάει και αυτή η ευκαιρία χαμένη.