Στην… ουρά οι απόδημοι

Ο αριθμός των αιτήσεων ομογενών για την άσκηση του εκλογικού δικαιώματος στον τόπο της μόνιμης κατοικίας τους προσεγγίζει τις 30.000 και στην κυβέρνηση έχουν κάθε λόγο να μιλάνε για επιτυχία. Ιδίως αν αναλογιστεί κανείς ότι έως τα Χριστούγεννα είχαν υποβληθεί κάτω από 4.000 αιτήσεις.

Ωστόσο, εδώ και τέσσερις μήνες, το κόμμα της Νέας Δημοκρατίας ενεργοποίησε πυρήνες σε όλο τον κόσμο μέσω μίας άκρως επιτυχημένης στρατηγικής. Μιας στρατηγικής που εκ του αποτελέσματος αποδεικνύεται ότι απέδωσε τα αναμενόμενα. Και μάλιστα σε ένα αντίξοο περιβάλλον δεκάδων περιορισμών που επέβαλε σύσσωμη η Αριστερά κατά τη θέσπιση του θεσμικού πλαισίου, λόγω της συνταγματικής απαίτησης για ψήφιση από τα 2/3 των βουλευτών.

Το επόμενο στοίχημα για τις αρμόδιες υπηρεσίες του υπουργείου Εσωτερικών είναι ο έλεγχος και η εκκαθάριση αυτών των αιτήσεων σε μηδενικούς χρόνους, ώστε να εγγραφούν οι αιτούντες στους έχοντες το δικαίωμα χρήσης των διατάξεων του νόμου και να ψηφίσουν.

 

Debate για συγκρίσεις

Μεταξύ άλλων, ο πρωθυπουργός, μιλώντας στον ραδιοφωνικό σταθμό Status 107,7 FM, αναφέρθηκε και στο θέμα του πολυθρύλητου debate που εναγωνίως ζητάει ο Αλέξης Τσίπρας, σημειώνοντας: «Οπως ξέρετε, υπάρχουν κανόνες που διέπουν τα debates που γίνονται στην προεκλογική περίοδο, συμμετέχουν προφανώς όλοι οι πολιτικοί αρχηγοί και βεβαίως κι εγώ είμαι διαθέσιμος ανά πάσα στιγμή να κάνουμε ένα debate, όπως το προβλέπει ο νόμος, για να μπορέσουν οι πολίτες να κατατοπιστούν πλήρως για τις θέσεις των κομμάτων».

Επεσήμανε ότι «οι πολίτες έχουν και την ευκαιρία σε αυτή την εκλογική αναμέτρηση να συγκρίνουν τον εν ενεργεία πρωθυπουργό με τον τέως πρωθυπουργό. Ο κ. Τσίπρας κυβέρνησε μία τετραετία από το 2015 ως το 2019, εγώ άλλη μία τετραετία από το 2019 μέχρι το 2023. Νομίζω ότι οι συγκρίσεις μπορούν να γίνουν εύκολα και θα έλεγα αρκετά αβίαστα».

Πάντως, οι φωνές στον ΣΥΡΙΖΑ που λένε ότι η εν λόγω σύγκριση θα χειροτερεύσει την εικόνα του Αλέξη Τσίπρα πληθαίνουν.

 

Η απόφαση, η προπαγάνδα…

Παρατίθεται αυτούσιο απόσπασμα από την ομόφωνη απόφαση του Ειδικού Δικαστηρίου περί ευθύνης υπουργών, με την οποία καταδικάστηκε ο πρώην υπουργός Επικρατείας Νίκος Παππάς για τους χειρισμούς του στη διαγωνιστική διαδικασία σχετικά με τις τηλεοπτικές άδειες του 2016: «(…) πράξεων και παραλείψεων στις οποίες προέβη προκειμένου να υλοποιήσει το σχεδιασμό του ίδιου και του κόμματος στο οποίο ανήκε για την απόκτηση (…) τηλεοπτικού σταθμού, πραγματικός ιδιοκτήτης του οποίου θα ήταν αυτός και το κόμμα του ΣΥΡΙΖΑ, που θα καθόριζαν τις τηλεοπτικές πολιτικές εκπομπές και τα δελτία ειδήσεων, επεμβαίνοντας καθοριστικά στη διαμόρφωση της κοινής γνώμης απασχολώντας δημοσιογράφους ενταγμένους στο κόμμα (…)».

Μόνο στην Πόπη Πόπη μην το πείτε γιατί είναι εξαιρετικά ευαίσθητη με τα κόμματα που κάνουν προπαγάνδα.

 

…και οι συλλογικές ευθύνες

Εκτός όλων των άλλων, το σκεπτικό της ομόφωνα καταδικαστικής απόφασης του Ειδικού Δικαστηρίου περί ευθύνης υπουργών είναι καταπέλτης για τις συλλογικές ευθύνες του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης σε δύο επιπλέον σημεία: Κατά πρώτον, καταλογίζει τις ίδιες ευθύνες με τον κατάδικο πρώην υπουργό Επικρατείας Νίκο Παππά και σε άλλα «ηγετικά στελέχη του τότε κυβερνώντος κόμματος (ΣΥΡΙΖΑ), τα στοιχεία των οποίων δεν έχουν εξακριβωθεί».

Κατά δεύτερον, καταλογίζονται ευθύνες στην επιτροπή του διαγωνισμού του 2016 για τις τηλεοπτικές άδειες και στον τότε γενικό γραμματέα Ενημέρωσης, Λευτέρη Κρέτσο, παρά το γεγονός ότι αθωώθηκαν από πρωτόδικο χαμηλόβαθμο δικαστήριο, επισημαίνοντας ότι «τα πρόσωπα αυτά επέδειξαν σοβαρού βαθμού αμέλεια και πλήρη ανευθυνότητα ως προς την εκτέλεση των τεθέντων σοβαρών καθηκόντων τους».

 

Κατάδικοι, χορηγίες και αυτοχειριασμοί

Αντιγράφω από σχετικό δελτίο Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ (11.4.2023), το οποίο αναφέρεται σε παρουσία του Δημήτρη Τζανακόπουλου στον τηλεοπτικό σταθμό ΣΚΑΪ: ««Μας καλούνε να γίνουμε και εμείς χορηγοί. Οχι δηλαδή να ψηφίσουμε μία διάταξη που θεωρούμε ότι είναι αντισυνταγματική. Ο στόχος είναι να μείνουν εκτός Βουλής με συνταγματικό τρόπο και όχι με ακροβασίες και ερασιτεχνισμούς. Εμείς έχουμε μια συγκεκριμένη άποψη. Κόμμα το οποίο έχει βουλευτή καταδικασμένο δεν θα πρέπει να ανακηρύσσεται εν όψει των εκλογών. Αυτή είναι η πιο αποτελεσματική ρύθμιση, η οποία δεν θέτει και συνταγματικά προβλήματα. Από εκεί και πέρα η Νέα Δημοκρατία και η κυβέρνηση έχουν τη δυνατότητα να συζητήσουν επί αυτής της ρύθμισης. Η κυβέρνηση όμως επιμένει σε μία λάθος διάταξη, η οποία έχει αμφισβητηθεί ως αντισυνταγματική από κορυφαίους συνταγματολόγους. Για να μην είναι η Χρυσή Αυγή μέσα στη Βουλή η κυβέρνηση πρέπει να συζητήσει επί της βάσης της τροπολογίας του ΣΥΡΙΖΑ».

Η διατύπωση, όπως αποτυπώνεται στο δελτίο Τύπου και όπως εκφράστηκε από τον Δημήτρη Τζανακόπουλο, είναι ολότελα ατυχής. Πρώτον, διότι το κόμμα Κασιδιάρη δεν έχει «βουλευτή καταδικασμένο», αλλά υποψήφιο βουλευτή καταδικασμένο. Δεύτερον, διότι το μόνο κόμμα που έχει «βουλευτή καταδικασμένο» με τη βούλα του Ανώτατου Ειδικού Δικαστηρίου είναι ο ίδιος ο ΣΥΡΙΖΑ που εισηγείται τη ρύθμιση (!). Εκτός κι αν ο ΣΥΡΙΖΑ θέλει να αυτοχειριαστεί εκουσίως για να γλιτώσει τις κασκαρίκες που μοιραία θα ακολουθήσουν το αποτέλεσμα της κάλπης.

Πάντως, σε μια γενικότερη συζήτηση περί συνταγματικότητας ή μη της επίμαχης ρύθμισης, ο Ευάγγελος Βενιζέλος –που τόσο πολύ εκτίμησε τη νομική του άποψη εσχάτως ο ΣΥΡΙΖΑ– δήλωσε ορθά-κοφτά ότι ουδέν πρόβλημα υπάρχει, αναφέροντας πως «η τροπολογία δεν πάσχει από αντισυνταγματικότητα», συμπληρώνοντας ότι «οι ρυθμίσεις ελέγχονται και ως προς τη συμβατότητά τους με την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου», κάνοντας την εκτίμηση πως «θα αντέξει τη βάσανο του Ευρωπαϊκό Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου».