Δαιμονικές συμπτώσεις

Ενα πουλάκι μού είπε ότι η ανακρίτρια που χειρίζεται τη σκευωρία της Novartis, Κωνσταντίνα Αλεβιζοπούλου, συνταξιοδοτείται στο τέλος Ιουνίου. Το ίδιο πουλάκι μού είπε ότι την προηγούμενη εβδομάδα οι δικηγόροι των κατηγορουμένων αρνήθηκαν να υπογράψουν την προβλεπόμενη στον ΚΠΔ ενημέρωση για το πέρας της ανάκρισης και η υπεράσπιση της κυρίας Τουλουπάκη ζήτησε από την ανακρίτρια ξανά τη δικογραφία, η οποία είχε ήδη παραδοθεί στην αρμόδια εισαγγελέα για τα περαιτέρω, επειδή «ανακάλυψε» νοθεία στη μετάφραση ενός εγγράφου του FBI. Δεν γνωρίζω αν τέτοια παιδαριώδη δικονομικά τρικ καταφέρουν να κρατήσουν την ανάκριση ανοιχτή. Ωστόσο, αν συμβεί κάτι τέτοιο, μοιραία θα κληρωθεί νέος ανακριτής, ο οποίος θα χρειαστεί χρόνο για να ερευνήσει εξαρχής την υπόθεση. Και μέχρι να ολοκληρωθεί η εκ νέου έρευνα, μπορεί να έχουν γίνει και εκλογές και κάποιοι από τους κατηγορούμενους να έχουν γίνει και βουλευτές. Ποιος ξέρει…

 

Εξ αριστερών τα βλήματα

Την 1η Μαρτίου από βήματος Βουλής, ο Αλέξης Τσίπρας δήλωνε προς τον πρωθυπουργό ότι «θα ήταν προτιμότερο να στείλει η χώρα μας (στην Ουκρανία) ανθρωπιστική βοήθεια, θα ήταν προτιμότερο να στείλουμε, όπως έκανε η Ισπανία και η Ιταλία, μη θανατηφόρο εξοπλισμό». Η επιλογή των χωρών δεν ήταν βεβαίως τυχαία. Τόσο η Ισπανία όσο και η Ιταλία έχουν κεντροαριστερές κυβερνήσεις και με αυτήν την κίνηση ο πρόεδρος ήθελε να καταδείξει ότι οι «προοδευτικές» ευρωπαϊκές κυβερνήσεις δεν εμπλέκονται σε πολεμικές επιχειρήσεις τρίτων χωρών. Και φτάνουμε στο σήμερα όπου διαβάζω στην «El Pais» ότι η Ισπανία έχει στείλει ήδη 1.370 αντιαρματικά, 700.000 σφαίρες, πλήθος τυφεκίων και πολυβόλων, θωρακισμένα οχήματα με διαμόρφωση ασθενοφόρου, εκατοντάδες βλήματα 155mm και προχθές Κυριακή το Reuters μετέδωσε ότι ενέκρινε την αποστολή αντιαεροπορικών συστημάτων και 40 αρμάτων μάχης Leopard. Αλλά, ως γνωστόν, τα σοσιαλιστικά βλήματα (#διπλής) δεν μετράνε.

 

Καμένα posts

Ηταν αναμενόμενο ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα εκμεταλλευόταν μικροπολιτικά τις πρώτες πυρκαγιές. Οπως πόσταρε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ο Αλέξης Τσίπρας: «Μια αρχικά μικρή πυρκαγιά, με 4 μποφόρ, κατέστρεψε δεκάδες κατοικίες μέσα στον αστικό ιστό. Η δικαιολογία του αιφνιδιασμού του κράτους απέναντι στην κλιματική κρίση δεν μπορεί πλέον να αποτελεί διαρκές άλλοθι». Στο ίδιο μήκος κύματος, ο Νάσος Ηλιόπουλος ανήρτησε στο Facebook: «Η κυβέρνηση Μητσοτάκη, καθημερινά σε όλα τα μέτωπα, αποδεικνύει ότι ούτε θέλει ούτε μπορεί να υπερασπιστεί την ασφάλεια της κοινωνίας», προσθέτοντας «μόνη λύση, η πολιτική αλλαγή». Και ερωτώ εγώ: είναι δυνατό να συσκέπτονται έμπειρα κομματικά στελέχη, πολιτικοί, επικοινωνιολόγοι και σύμβουλοι και να καταλήγουν ότι «μόνη λύση για να σβήνουν οι φωτιές είναι η πολιτική αλλαγή»;

 

Μηχανισμοί

Σε απάντηση των ερωτημάτων του ΣΥΡΙΖΑ να πάρει θέσει για την «παραποιημένη» μετάφραση του εγγράφου του FBI που αφορά τον Ανδρέα Λοβέρδο, ο Νίκος Ανδρουλάκης δήλωσε ότι δεν θα κρατήσουν σε ομηρία το κόμμα παρακρατικοί μηχανισμοί. Και ποιος ένιωσε την ανάγκη να πεταχτεί να απαντήσει; Ο Νάσος Ηλιόπουλος (!), ο οποίος ζήτησε σκωπτικά «συγγνώμη» που «παραποίησαν δημόσια έγγραφα». Δεν γνωρίζω ούτε γιατί ο κ. Ηλιόπουλος ανέλαβε –έστω και αστειευόμενος– αυτόκλητος εκπρόσωπος των παρακρατικών μηχανισμών, ούτε αν διαβάζει την «Αυγή», αλλά καλό θα ήταν να αρχίζει να παίρνει και αυτός τις ίδιες αποστάσεις με αυτές που παίρνει και η εφημερίδα για το εν λόγω θέμα. Εως ότου τουλάχιστον ξεκαθαρίσει τίνος εγγράφου είναι τελικά η μετάφραση που εμφανίζεται.

 

Το πολύφερνο Κέντρο και το blame game

Μία άκρως ενδιαφέρουσα έρευνα της GPO δημοσίευσαν «Τα Νέα Σαββατοκύριακο». Σύμφωνα με τα ευρήματα, πρώτη δύναμη στη χώρα είναι η «Αριστερά – Κεντροαριστερά» με 36%. Η «Δεξιά» ακολουθεί με μόλις 25,6%. Τοποθετημένο στο «Κέντρο» εντοπίζεται ποσοστό 19,4% των ερωτηθέντων.

Δεν είναι τυχαίο λοιπόν ότι τα δύο μεγάλα κόμματα στοχεύουν στο κέντρο. Και εδώ ξεκινάει το πρόβλημα. Στην ερώτηση «Τι θα ψηφίζατε εάν την ερχόμενη Κυριακή είχαμε εκλογές με το σύστημα της απλής αναλογικής», μόλις το 10% όσων προσδιορίζονται ως «κεντρώοι» επιλέγει ΣΥΡΙΖΑ. Το ποσοστό της ΝΔ στους «κεντρώους» ανέρχεται σε 40% και του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ σε 25%.

Η εξήγηση δεν είναι δύσκολη. Οι μετριοπαθείς ψηφοφόροι του Κέντρου δεν γοητεύονται από νταηλίκια του τύπου «η επόμενη φορά θα είναι αλλιώς», ούτε από ψευδοδιλήμματα «ή εμείς ή αυτοί», ούτε καν από hashtags «#ΝΔ_χούντα» και λοιπές χυδαιολογίες των social media που υιοθετούνται ως επίσημη κομματική γραμμή.

Αυτό δικαιολογεί και δικαιώνει την επιμονή του πρωθυπουργού να εστιάζει σε μία πολιτική τοποθέτηση της κυβέρνησης απαλλαγμένη από το δίπολο «Αριστερά – Δεξιά», σε μία πολιτική με αμιγώς τεχνοκρατικά κριτήρια και μετρήσιμα μεγέθη. Οπως για παράδειγμα το πόσοι πολίτες εξυπηρετούνται από την πύλη του gov.gr ή ο μηδενισμός των εκκρεμών αιτήσεων συνταξιοδότησης.

Με όλα αυτά ως δεδομένα σε ευρωπαϊκό επίπεδο, είναι κάπως παρωχημένο ο έτερος πόλος να θεωρεί ότι «εάν ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ κατορθώσει –μέσα από τον προγραμματικό και πολιτικό του λόγο– να ενισχύσει την παρουσία του στα αριστερά του πολιτικού φάσματος, θα καταφέρει να τραβήξει προς τα εκεί και μεγάλο μέρος του κεντρώου χώρου» (Εκλογικές Τάσεις #10, Μάρτιος 2022, Ινστιτούτο Ν. Πουλαντζάς).

Αλλά και εκτός αυτού, ο κεντρώος προσανατολισμός του ΣΥΡΙΖΑ χρειάζεται πρωτίστως αλλαγή πολιτικής φυσιογνωμίας, πράγμα που φαίνεται αδύνατο να συμβεί όσο υπάρχουν εσωκομματικοί εμφύλιοι, ετερόκλητες τάσεις και συνιστώσες και βεβαίως ένα ατελείωτο blame game.

 

Από την έντυπη έκδοση της εφημερίδας “Τo Μanifesto”