Την προηγούμενη εβδομάδα, στο 6ο μέρος της έρευνας για τα γεγονότα πριν και μετά το 1922, αναφερθήκαμε στους λόγους που οι Γάλλοι τάχθηκαν υπέρ του Κεμάλ και ουσιαστικά «άδειασαν» την Ελλάδα. Σήμερα θ’ ασχοληθούμε με το γεγονός ότι ουσιαστικά έπραξαν το ίδιο οι Ιταλοί μα και οι Σοβιετικοί κομμουνιστές.
Γράφει ο Νίκος Γ. Σακελλαρόπουλος
Οι Ιταλοί
Η Ιταλία ήταν η μικρότερη δύναμη από τις τρεις (Αγγλία και Γαλλία οι άλλες) που είχαν αποφασίσει να διαμελίσουν την οθωμανική αυτοκρατορία και να μοιραστούν τα εδάφη της.
Προσέξτε: Αγγλία και Γαλλία υποσχέθηκαν το 1917 στην Ιταλία ότι θα της παραχωρήσουν τη Σμύρνη και την ενδοχώρα της! Όμως, όταν τέλειωσε ο παγκόσμιος πόλεμος, οι διπλωματικοί ελιγμοί του Βενιζέλου στη συνδιάσκεψη της ειρήνης στο Παρίσι, άλλαξαν την απόφασή τους με αποτέλεσμα η Σμύρνη κι η ενδοχώρα της να δοθούν στην Ελλάδα.
Οι Ιταλοί αντέδρασαν και έστειλαν στρατεύματά τους στη Μικρά Ασία, όπου κατέλαβαν την Αττάλεια, την Αλικαρνασσό και τη Μάκρη, απέναντι από τη Ρόδο. Ταυτοχρόνως η Ιταλία υιοθέτησε έντονα ανθελληνική στάση κι έφτασε στο σημείο να επιτρέπει στον Κεμάλ Ατατούρκ να στρατολογεί άνδρες από τις περιοχές που κατείχε. Μάλιστα, στην Αττάλεια η Ιταλία αποδέχθηκε την ίδρυση στρατοπέδου εκπαίδευσης των δυνάμεων που συγκροτούσε ο Κεμάλ, ενώ ουσιαστικά του παρέδωσε τη χρήση των λιμανιών που κατείχε στην Αττάλεια και στο Κουσάντασι. Ταυτοχρόνως, αποδέχθηκε να ανοίξει ο Κεμάλ πρεσβεία (την ονόμαζαν «γραφείο αντιπροσωπεύσεως») στη Ρώμη, απ’ όπου συντονιζόταν η επιχείρηση αγοράς όπλων για τον στρατό που ετοίμαζε ο Ατατούρκ.
Προσέξτε κι αυτό: Την άνοιξη του 1921, οι Ιταλοί αποφάσισαν να αποχωρήσουν από τα εδάφη που είχαν καταλάβει στη Μικρά Ασία, τα οποία με τυμπανοκρουσίες παρέδωσαν στον Κεμάλ. Ενώ, ιταλικά πλοία (μαζί με γαλλικά) άρχισαν να μεταφέρουν σε Αττάλεια και Μερσίνα τον οπλισμό που είχαν υπό την κατοχή τους οι Γάλλοι στην Κωνσταντινούπολη και να τον παραδίδουν στον Κεμάλ. Κάτι που είχε απαγορευθεί ρητά και κατηγορηματικά με απόφαση του ανωτάτου συμμαχικού συμβουλίου, τον Αύγουστο του 1921.
Αυτή η διαδικασία μεταφοράς πολεμικού υλικού στον Κεμάλ κράτησε πολλούς μήνες κι οι Τούρκοι βρέθηκαν την άνοιξη του 1922, πλήρως εξοπλισμένοι.
Λεπτομέρεια: Γάλλοι και Ιταλοί είχαν απαγορεύσει στο ελληνικό πολεμικό ναυτικό τον έλεγχο συμμαχικών πλοίων ή και τον αποκλεισμό του λιμανιού της Αττάλειας ή άλλων λιμανιών που ήλεγχε η Ιταλία. Σε πλήρη αντίθεση με το Δίκαιο του Πολέμου και τις δυνατότητες που παρείχε στις εμπόλεμες πλευρές.
Όλες αυτές ήταν «πισώπλατες μαχαιριές» στην Ελλάδα. Που μεγεθύνθηκαν κι από τη στάση των μπολσεβίκων κομμουνιστών της Μόσχας.
Οι κομμουνιστές
Από το 1916 ακόμη (δηλαδή πριν το πραξικόπημα των κομμουνιστών και τη βίαιη κατάληψη της εξουσίας στη Μόσχα που συνοδεύθηκε με ποταμούς αίματος), οι Ρώσοι είχαν φτάσει στην Τραπεζούντα, το Ερζιντζάν και το Βαν, εδάφη της σημερινής Τουρκίας στα Ανατολικά. Όταν επικράτησαν οι κομμουνιστές και με τη συνθήκη του Μπρεστ ανάμεσα σε κομμουνιστές και Γερμανούς (συστηματικούς προστάτες της ημισελήνου) τα εδάφη αυτά παραχωρήθηκαν στην Τουρκία.
Προσέξτε: Μόλις αποχώρησαν οι κομμουνιστές από τη συγκεκριμένη περιοχή (1918), δημιουργήθηκε κενό εξουσίας αφού ακόμη ο Κεμάλ δεν είχε συγκροτήσει πλήρως τις δυνάμεις του. Αυτό το κενό επιχείρησαν να εκμεταλλευθούν η Γεωργία, η Αρμενία και το Αζερμπαϊτζάν που κήρυξαν (Μάιο 1918) την ανεξαρτησία τους. Κι άρχισε ένας ανελέητος πόλεμος ανάμεσα στα νέα κράτη, την Αγγλίας και των δυνάμεων του Οθωμανών. Ειδικά οι συγκρούσεις ανάμεσα σε Αζέρους κι Αρμενίους ήταν ιδιαιτέρως σκληρές.
Όταν με τη συνθήκη του Μούδρου παραδόθηκε η οθωμανική αυτοκρατορία, η Τουρκία αποσύρθηκε από την επίμαχη περιοχή. Όμως, οι κομμουνιστές που είχαν επικρατήσει στη Μόσχα υποδαύλιζαν συστηματικά τον πόλεμο εκεί.
Ακούστε: Το φθινόπωρο του 1920 (Οκτώβριος) οι δυνάμεις του Κεμάλ (που εν τω μεταξύ είχαν συγκροτηθεί και μεγάλωναν συνεχώς) επιτέθηκαν και κατέσφαξαν τους Αρμενίους σε μια άνευ προηγουμένου γενοκτονία. Τότε υπογράφηκε η συνθήκη Αλεξανδροπόλ/Γκιομρού, εξόχως ταπεινωτική για την Αρμενία.
Προσέξτε: ταυτοχρόνως επιτέθηκαν στην Αρμενία κι οι κομμουνιστές που είχαν επικρατήσει πλήρως πια στη Μόσχα, την κατέλαβαν κι αρνήθηκαν να αναγνωρίζουν τη συνθήκη.
Όμως, ήδη ο Κεμάλ είχε σταθεροποιήσει το ανατολικό του μέτωπο, ενώ τότε υπήρξε η προσέγγιση του ίδιου με τους κομμουνιστές. Οι οποίοι είχαν ήδη αποφασίσει στο 2ο συνέδριο της κομμουνιστικής διεθνούς (Ιούλιος 1920) να υποστηρίζουν τα … αντιιμπεριαλιστικά κινήματα. Δηλαδή και τον Κεμάλ που εμάχετο με Αγγλία, Γαλλία, Ιταλία κι Ελλάδα. Κλασική κουμμουνιστική λογική που ισχύει και σήμερα ακόμη: Ο εχθρός του εχθρού μου είναι φίλος μου»…
Τον Μάρτιο του 1921 οι κομμουνιστές (Λένιν) υπέγραψαν τη συμφωνία της Μόσχας με τον Κεμάλ και ουσιαστικά τον αναγνώρισαν ως ηγέτη της Τουρκίας. Σε αντάλλαγμα πήραν το Βατούμ (σημερινή Γεωργία) ενώ έδωσαν στην Τουρκία την περιοχή του Ναχιτσεβάν (περιοχή με μουσουλμανικό πληθυσμό) δημιουργώντας με αυτόν τον τρόπο σύνορα ανάμεσα της με το Αζερμπαϊτζάν.
Έτσι, αφού τακτοποίησε το ανατολικό του μέτωπο ο Κεμάλ, άρχισε να επικεντρώνεται στον αγώνα του εναντίον της Ελλάδας.
Προσέξτε κι αυτό: Οι κομμουνιστές χρηματοδότησαν επιπλέον τον Κεμάλ με 11 εκατομμύρια ρούβλια και ανυπολόγιστης αξίας ράβδους χρυσού. Και δη την εποχή που στο εσωτερικό της Σοβιετικής Ένωσης είχε ξεσπάσει ο τρομερός λιμός που εξόντωσε 5 εκατομμύρια ανθρώπους!
Πλην των χρημάτων οι σοβιετικοί έδωσαν πάρα πολλά όπλα στον Κεμάλ. Η ιστορία έχει καταγράψει 327 οπλοπολυβόλα , 40 χιλιάδες τυφέκια, 150 χιλιάδες οβίδες, 54 πυροβόλα και εκατομμύρια σφαίρες και χειροβομβίδες. Επικεφαλής των κομμουνιστών που στήριξαν τον Κεμάλ και την Τουρκία ήταν τρεις άνδρες (Βοροσίλωφ. Φρούντζε, Αράλωφ) που απεικονίζονται στο λεγόμενο μνημείο της Δημοκρατίας που βρίσκεται στην πλατεία Ταξίμ της Κωνσταντινούπολης.
Κάπως έτσι, σε συνδυασμό με την καταψήφιση του Βενιζέλου στην Ελλάδα και την επαναφορά του μισητού στους συμμάχους βασιλιά Κωνσταντίνου, άλλαξε ο ρους της ιστορίας στη Μικρά Ασία με τα καταστροφικά για τη χώρα μας κι εκατομμύρια ανθρώπους αποτελέσματα.
Την επόμενη εβδομάδα: Η στάση του Πατριαρχείου κατά την μικρασιατική εκστρατεία και καταστροφή.