Αποκαλυπτήρια σήμερα της αξιολόγησης της Κομισιόν για τον αντίκτυπο της πανδημίας στην ευρωπαϊκή οικονομία αλλά και του προσχεδίου των προτάσεων της για την αναθεώρηση των δημοσιονομικών κανόνων της Ε.Ε. από τον αντιπρόεδρο της Κομισιόν κ. Βάλντις Ντομπρόβσκις και τον Επίτροπο Οικονομικών κ. Πάολο Τζεντιλόνι.
Υπενθυμίζεται ότι το Σύμφωνο Σταθερότητας, λόγω της πανδημίας έχει ανασταλεί από το 2020 και έως το 2022 ώστε να δοθεί η δυνατότητα στις κυβερνήσεις των κρατών-μελών να λαμβάνουν μέτρα για τη στήριξη νοικοκυριών και επιχειρήσεων.
Οι ελληνικές προτάσεις
Η ενεργός συμμετοχή της Ελλάδας στη διάρθρωση της νέας ευρωπαϊκής οικονομικής αρχιτεκτονικής αποτελεί μία από τις προτεραιότητες της ελληνικής κυβέρνησης. Μόλις την προηγούμενη εβδομάδα ο υπουργός Οικονομικών κ. Χρήστος Σταϊκούρας από το βήμα της Βουλής δήλωσε ότι «η νέα Ευρωπαϊκή Οικονομική Αρχιτεκτονική πρέπει να διασφαλίζει μακροπρόθεσμη διατηρησιμότητα των δημόσιων οικονομικών, προσφέροντας παράλληλα τη μέγιστη δυνατή ευελιξία στην αντιμετώπιση κρίσεων, προστατεύοντας και ενθαρρύνοντας τις δημόσιες επενδύσεις, ειδικά σε τομείς προτεραιότητας, όπως είναι η πράσινη και η ψηφιακή μετάβαση».
Το Σεπτέμβριο, μετά από αίτημα του κ. Σταϊκούρα, το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή είχε καταθέσει τις προτάσεις του για την αναθεώρηση των δημοσιονομικών κανόνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Σύμφωνα με αυτές, το κριτήριο του χρέους στο 60% του ΑΕΠ ως τιμή αναφοράς για τα κράτη μέλη κρίνεται ιδιαίτερα περιοριστικό και πρακτικά ανεφάρμοστο ενώ ιδιαίτερη μεταχείριση απαιτείται για τις δημόσιες επενδύσεις, οι οποίες θα πρέπει να αυξηθούν σημαντικά προκειμένου να επιταχυνθεί η ανάκαμψη και να αντιμετωπιστούν οι προκλήσεις της κλιματικής αλλαγής.
Πότε αναμένεται να ολοκληρωθεί
Αρκετές κυβερνήσεις έχουν επισημάνει ότι είναι απαραίτητη η αναθεώρηση των κανόνων του Συμφώνου Σταθερότητας ώστε να γίνουν πιο απλοί και να προσαρμοστούν στα νέα δεδομένα. Ωστόσο η συζήτηση δεν αναμένεται να είναι εύκολη ενώ εκτιμάται ότι θα κρατήσει αρκετούς μήνες. Αρμόδιες πηγές διευκρίνιζαν ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θέλει να ακούσει τις θέσεις των κρατών- μελών πριν οριστικοποιήσει τις δικές της.
Μία διαδικασία η οποία εκτιμάται ότι θα ολοκληρωθεί στα μέσα του 2022. Στο μεσοδιάστημα η Κομισιόν θα συγκεντρώσει τις προτάσεις των χωρών είτε αυτές βρίσκονται στον Ευρωπαϊκό Βορρά όπου κοινή αντίληψη είναι ότι οι σκληροί κανόνες θα πρέπει να διατηρηθούν, είτε ανήκουν στον Ευρωπαϊκό Νότο που τάσσεται υπέρ των δομικών αλλαγών στο δημοσιονομικό σύμφωνο και να ολοκληρώσει την πρότασή της. Οι επόμενοι μήνες θα δώσουν τον απαιτούμενο χρόνο στη Γερμανία για να καταλήξει στην νέα κυβέρνηση αλλά και στη Γαλλία για να εκλέξει τον νέο πρόεδρο της χώρας καθώς οι εκλογές θα διεξαχθούν τέλη Απριλίου (πρώτο γύρος) και αρχές Μαΐου (δεύτερος γύρος) του 2022.
Αφού η Ευρωπαϊκή Επιτροπή παραδώσει την τελική της πρόταση για τις παρεμβάσεις στο δημοσιονομικό σύμφωνο, οι οριστικές αποφάσεις θα ληφθούν από τα κράτη μέλη.
Γενική ρήτρα διαφυγής
Ένα από τα συμπεράσματα που φαίνεται να καταγράφονται από την Επιτροπή είναι ότι με την ενεργοποίηση της γενικής ρήτρας διαφυγής τα κράτη μέλη κατάφεραν να καλύψουν το σύνολο ή τουλάχιστον ένα πολύ μεγάλο μέρος των απωλειών σε ένα χρόνο. Παράλληλα, έχει προστεθεί κι ένα ακόμα στοιχείο. Κάποιες δημόσιες δαπάνες για επενδύσεις όπως για παράδειγμα για την πράσινη ανάπτυξη, θα πρέπει να έχουν διαφορετική μεταχείριση από τις υπόλοιπες επενδυτικές δαπάνες των κρατών μελών.
Ιδιαίτερης αναφοράς χρήζει η συνέντευξη του επικεφαλής του ESM κ. Κλάους Ρέγκλινγκ στο Der Spiegel στις 15 Οκτωβρίου, ο οποίος ήταν ένας από τους αρχιτέκτονες του Ευρωπαϊκού Συμφώνου Σταθερότητας που δημιουργήθηκε τη δεκαετία του ΄90 οπότε και κατείχε τη θέση του διευθυντή του γερμανικού υπουργείου Οικονομικών. Αυτό που χρειάζεται λοιπόν, σύμφωνα με τον κ. Ρέγκλινγκ είναι «μια μεταρρύθμιση που κάνει το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης πιο αποτελεσματικό.
Ο κανόνας, σύμφωνα με τον οποίο επιτρέπεται στα κράτη μέλη να αντιμετωπίζουν ετήσια ελλείμματα που δεν υπερβαίνουν το 3% του ΑΕΠ, έχει αποδείξει την αξία του. Θα πρέπει να διατηρηθεί. Ο λόγος χρέους / ΑΕΠ 60%, από την άλλη πλευρά, δεν είναι πλέον σχετικός και πρέπει να προσαρμοστεί ώστε να αντικατοπτρίζει το μεταβαλλόμενο περιβάλλον. Οι πολιτικοί θα πρέπει να γνωρίζουν ότι μια χώρα μπορεί να δανειστεί πάρα πολλά, αλλά και πολύ λίγα».
Πηγή: naftermporiki.gr