Ακόμη ένα μέτρο στήριξης, συνολικού προϋπολογισμού 500 εκατ. ευρώ, μπαίνει από το επόμενο 10ήμερο σε φάση υλοποίησης. Με ηλεκτρονική αίτηση που θα υποβληθεί στην πλατφόρμα «my business support» επαγγελματίες που απασχολούν προσωπικό και υπέστησαν ζημιές το 2020 λόγω μεγάλης μείωσης εσόδων -άνω του 30% κατά τη διάρκεια της περσινής χρονιάς- θα κληθούν να εκδηλώσουν αρχικό ενδιαφέρον για τη συμμετοχή στο λεγόμενο πρόγραμμα «επιδότησης παγίων δαπανών».
Σύμφωνα με δημοσίευμα της Ναυτεμπορικής, οι εκδηλώσεις ενδιαφέροντος θα υποβληθούν μέχρι το τέλος Μαΐου και για ολόκληρο το πρώτο 15νθήμερο του Ιουνίου. Στη συνέχεια, οι ενδιαφερόμενοι θα κληθούν να υποβάλουν τις φετινές φορολογικές δηλώσεις προκειμένου να αποτυπωθούν οι πάγιες δαπάνες της περσινής χρονιάς. Με αυτή τη διπλή διαδικασία το υπουργείο Οικονομικών θα συλλέξει όλα τα στοιχεία -αριθμό ενδιαφερομένων που πληρούν τις προϋποθέσεις, αλλά και ύψος παγίων δαπανών- προκειμένου να εκδώσει την υπουργική απόφαση που θα καθορίζει το τελικό ποσοστό επιδότησης επί των παγίων δαπανών.
Υπενθυμίζεται ότι θα επιδοτηθεί το ύψος των παγίων δαπανών που δεν έχει ήδη καλυφθεί από άλλα μέτρα στήριξης, όπως είναι η επιστρεπτέα προκαταβολή. Όσο μεγαλύτερο θα είναι το ύψος των παγίων δαπανών που δεν θα έχουν καλυφθεί εν μέσω πανδημίας με τα άλλα μέτρα, τόσο μικρότερο θα είναι το ποσοστό επιδότησης. Αν, αντίθετα, το ακάλυπτο ποσό κινηθεί στα επίπεδα των 500-600 εκατ. ευρώ -δηλαδή αρκετά κοντά στον διαθέσιμο προϋπολογισμό για το συγκεκριμένο μέτρο- τότε και το ποσοστό επιδότησης μπορεί να ξεπεράσει το 80%. Και αυτό διότι είναι ένα πρόγραμμα με «κλειστό προϋπολογισμό», που σημαίνει ότι το ποσοστό επιδότησης θα προσαρμοστεί στα διαθέσιμα κονδύλια.
Το νομοθετικό πλαίσιο για την υλοποίηση του προγράμματος επιδότησης παγίων δαπανών έχει ήδη ψηφιστεί και αυτό που εκκρεμεί είναι η υλοποίηση. Ο προγραμματισμός του υπουργείου Οικονομικών, όπως επισήμανε και ο υπουργός Οικονομικών Χρηστός Σταϊκούρας, προβλέπει ότι οι επαγγελματίες θα κληθούν να κάνουν πς αρχικές αιτήσεις εκδήλωσης ενδιαφέροντος, ενώ οι επιδοτήσεις θα καταβληθούν από τον Ιούνιο και μέχρι το τέλος του χρόνου.
Το πρόγραμμα επιδότησης παγίων δαπανών θα έχει την εξής ιδιαιτερότητα σε σχέση με τα προηγούμενα μέτρα στήριξης: οι ενισχύσεις δεν θα καταβάλλονται σε μετρητά (δηλαδή με απευθείας πίστωση χρημάτων στους τραπεζικούς λογαριασμούς των δικαιούχων), αλλά με απευθείας πληρωμή φόρων και ασφαλιστικών εισφορών για λογαριασμό του δικαιούχου. Ουσιαστικά δηλαδή θα πρόκειται για ένα αντίστοιχο πρόγραμμα με το «Γέφυρα 1» και το «Γέφυρα 2».
Η διαφορά θα είναι ότι. αντί ο δικαιούχος του μέτρου να βλέπει ότι θα πληρώνεται αυτόματα σημαντικό μέρος της δόσης του δανείου του, θα βλέπει ότι το κράτος θα πληρώνει αυτόματα ένα μέρος (ή και το σύνολο ανάλογα με το ποσό της ενίσχυσης) είτε των φόρων είτε των ασφαλιστικών εισφορών.
Επομένως, η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ), που θα γνωρίζει το ύψος της οικονομικής ενίσχυσης που δικαιούται ο κάθε επαγγελματίας, θα πιστώνει αυτομάτως όχι τον τραπεζικό λογαριασμό της επιχείρησης, αλλά τον τραπεζικό λογαριασμό της εφορίας, είτε του ασφαλιστικού ταμείου (σ.σ.: δηλαδή τα χρήματα θα βγαίνουν από τον έναν λογαριασμό του Δημοσίου και θα μπαίνουν στον άλλο λογαριασμό του Δημοσίου).
Το πλεονέκτημα για τον επαγγελματία είναι ότι θα μπορεί να διασφαλίσει φορολογική και ασφαλιστική ενημερότητα, χωρίς να χρειαστεί να βάλει το χέρι στο… ταμείο. Το πλεονέκτημα για το κράτος από την άλλη πλευρά είναι ότι δεν θα έχει ταμειακό κόστος από το συγκεκριμένο μέτρο, ενώ θα καταφέρει να διατηρήσει αρκετά ψηλά τους συντελεστές εισπραξιμότητας φόρων και ασφαλιστικών εισφορών. Να σημειωθεί ότι το πρόγραμμα θα προβλέπει την πληρωμή φόρων και ασφαλιστικών εισφορών μόνο της φετινής χρονιάς. Η επιχείρηση θα έχει το δικαίωμα να επιλέξει το ποσό της ενίσχυσης που θέλει να κατανείμει για την πληρωμή φορολογικών οφειλών και το ποσό που θέλει να χρησιμοποιήσει για την πληρωμή ασφαλιστικών οφειλών. Πιθανότατα, αυτό θα γίνει στο τελικό στάδιο, αφού δηλαδή έχει γίνει η αρχική εκδήλωση ενδιαφέροντος και έχει ελεγχθεί και η εκπλήρωση των κριτηρίων αλλά και το ύψος των «ακάλυπτων» επαγγελματικών δαπανών.
Η ενίσχυση θα υπολογιστεί ως ποσοστό των παγίων δαπανών που πραγματοποιήθηκαν εντός του 2020 και δεν έχουν καλυφθεί από πς ενισχύσεις που έχουν δοθεί από το κράτος.
Κριτήρια επιλεξιμότιτας
Οι επιχειρήσεις που θα είναι επιλέξιμες θα πρέπει να πληρούν σωρευτικά τα εξής:
■ Να ανήκουν σε πληττόμενους κλάδους.
■ Να απασχολούν τουλάχιστον έναν εργαζόμενο με εξαρτημένη σχέση εργασίας πλήρους απασχόλησης.
■ Να έχουν υποβάλει όλες τις περιοδικές δηλώσεις ΦΠΑ και τις δηλώσεις Ε3 για την περίοδο που υποχρεούνται.
■ Να παρουσιάζουν ζημιά προ φόρων τουλάχιστον 30% είτε σε σχέση με τα ακαθάριστα έσοδά τους είτε σε σχέση με τα συνολικά έξοδά τους για το 2020.
■ Να παρουσιάζουν πτώση τζίρου τουλάχιστον 30% το 2020 σε σχέση με το 2019. Ειδική πρόβλεψη, ωστόσο, θα υπάρχει για τις νέες επιχειρήσεις και τις επιχειρήσεις που απέκτησαν πρόσφατα υποκατάστημα, δίνοντας έμφαση στο κριτήριο της ζημιάς, και όχι σε αυτό της πτώσης τζίρου.
Η στήριξη δεν θα αφορά επιχειρήσεις που ήταν ήδη προβλημαπκές το 2019, με την εξαίρεση όμως, των πολύ μικρών ή μικρών επιχειρήσεων.
Οι πάγιες δαπάνες
Ειδικότερα, ως πάγιες δαπάνες θα υπολογίζονται οι δαπάνες που κατέβαλε το 2020 η επιχείρηση για:
■ παροχές σε εργαζόμενους,
■ ασφαλιστικές εισφορές αυτοαπασχολούμενων,
■ ενέργεια,
■ ύδρευση,
■ τηλεπικοινωνίες,
■ ενοίκια,
■ λοιπά λειτουργικά έξοδα, και
■ χρεωστικούς τόκους και συναφή έξοδα.
Είναι δαπάνες που αποτυπώνονται στο έντυπο Ε3. Ως ενισχύσεις θα λαμβάνονται υπόψη οι ενισχύσεις που έλαβε η επιχείρηση μέσα στο 2020, στο πλαίσιο της αντιμετώπισης των συνεπειών της πανδημίας.
Το ποσοστό ενίσχυσης
Το ποσοστό της ενίσχυσης θα διαφοροποιείται με βάση την πτώση του τζίρου, καθώς θα είναι υψηλότερο για επιχειρήσεις που είχαν πτώση τζίρου άνω του 60%.
Παράλληλα, θα υπάρχουν και ανώτατα όρια στο ύψος της ενίσχυσης, το οποίο:
■ Δεν μπορεί να υπερβαίνει το 70% επί των ζημιών προ φόρων για τις μεσαίες και μεγάλες επιχειρήσεις και το 90% για τις μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις.
■ Δεν μπορεί να υπερβαίνει την απώλεια τζίρου μεταξύ του 2020 και του 2019, με ειδική μέριμνα, όμως, για τις νέες επιχειρήσεις και τις επιχειρήσεις που άνοιξαν πρόσφατα υποκατάστημα.
■ Δεν μπορεί να υπερβαίνει το 1,5 εκατ. ευρώ.
Οι δικαιούχοι θα υποχρεωθούν να διατηρήσουν κατά μέσο όρο τον αριθμό του προσωπικού που απασχολούν έως την 31 η Δεκεμβρίου 2021.