Η Τουρκία επιχειρεί ένα εντυπωσιακό φιλευρωπαϊκό άνοιγμα. Και ανεξάρτητα αν είναι προσχηματικό ή όχι θα πρέπει να αξιοποιηθεί. Αλλά, ενώ τα Συμπεράσματα του τελευταίου Ευρωπαϊκού Συμβουλίου έδειξαν ότι η στρατηγική των κυρώσεων δεν αποδίδει, έχει ήδη αρχίσει να καλλιεργείται ξανά «εις τα καθ’ ήμας» ο μύθος ότι έρχονται σκληρές κυρώσεις τον Μάρτιο (λόγω και των αμερικανικών κυρώσεων).

του Π.Κ. Ιωακειμίδη*

Δεν έρχονται. Για όποιον γνωρίζει λίγο βαθύτερα την Ευρώπη και μιλά και με διαμορφωτές πολιτικής στους «διαδρόμους της εξουσίας» είναι σαφές ότι η Ευρώπη δεν πρόκειται να επιβάλει αυστηρές κυρώσεις στην Τουρκία. Και τούτο γιατί εκτιμά ότι δεν μπορεί να την απομονώσει μέσω κυρώσεων, καθώς τη θεωρεί ως σημαντικό στρατηγικό εταίρο από πάρα πολλές απόψεις – διαχείριση μεταναστευτικών ροών, αντιμετώπιση περιφερειακών συγκρούσεων, λόγοι οικονομικής αλληλεξάρτησης, ευρύτερες γεωπολιτικές διαστάσεις κ.λπ. Επιπλέον το όλο κλίμα αλλάζει με τα φιλευρωπαϊκά ανοίγματα της Τουρκίας που η Ευρώπη δεν μπορεί να αγνοήσει. Και δεν τα αγνοεί. Οποιος θέλει να έχει μια συνολική εικόνα για το πώς σκέφτεται η ΕΕ για την Τουρκία δεν έχει παρά να διαβάσει το σχετικό άρθρο του ύπατου εκπροσώπου για την εξωτερική πολιτική Τζ. Μπορέλ που είναι αναρτημένο στην ιστοσελίδα του. Θα καταλάβει πολλά.

Βασικό στρατηγικό ενδιαφέρον της Ευρωπαϊκής Ενωσης είναι να δημιουργήσει μια νέα, ειδική σχέση συνεργασίας και εμπιστοσύνης με την Τουρκία και να κρατήσει τους διαύλους επικοινωνίας ανοιχτούς, όπως λένε και τα Συμπεράσματα του Συμβουλίου (προοπτική πλήρους ένταξης κάτω από τις συνθήκες που επικρατούν σε Τουρκία και ΕΕ βεβαίως δεν υπάρχει). Διαβάζοντας το κείμενο Μπορέλ και τα Συμπεράσματα του Συμβουλίου, εύκολα διαπιστώνει κάποιος το πόσο η Ευρώπη έχει ανάγκη την Τουρκία. Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι παραγνωρίζει τα προβλήματα που προκαλεί σε δύο μέλη της, την Ελλάδα και την Κύπρο. Τα οποία οφείλει βέβαια να στηρίζει. Αλλά η στήριξη δεν σημαίνει κατ’ ανάγκη κυρώσεις.

Υπάρχει για την Ελλάδα μια άλλη στρατηγική, ευθυγραμμισμένη περισσότερο με τη δυναμική η οποία αναπτύσσεται στην ΕΕ, που μπορεί να αποδώσει με τρεις άξονες: (α) να εστιάσει περισσότερο στην αξιοποίηση της θετικής ατζέντας και τη διαμόρφωση της νέας ειδικής σχέσης ΕΕ – Τουρκίας με προϋποθέσεις και όρους που θα ικανοποιούν ελληνικές απόψεις και συμφέροντα. Είναι εφικτή ως ένα οιονεί νέο «Ελσίνκι», (β) Να ξεχωρίσει τον άτυπο διάλογο / διερευνητικές επαφές από την τυπική διαπραγμάτευση με την Τουρκία. Και να πάμε στον διάλογο με την ευρύτερη ατζέντα (για να διερευνήσουμε προθέσεις, όρια, συγκλίσεις, να δημιουργήσουμε κατάλληλο κλίμα κ.λπ.). Και εάν καταγράψουμε πρόοδο, να πάμε στη διαπραγμάτευση με άλλους όρους και ατζέντα. Και τελικώς στη διεθνή Δικαιοσύνη, (γ) Να επιχειρήσει να καλύψει το κενό ασφαλείας στην Αν. Μεσόγειο με την επέκταση της παρουσίας της Ενωσης, στρατιωτικής και πολιτικής, στην περιοχή. Στη λογική αυτή μπορεί να ενεργοποιήσει και τη ρήτρα αμοιβαίας συνδρομής της Συνθήκης (αρθ. 42,7). Μόνο έτσι θα βγούμε απ’ το αδιέξοδο, θα σπάσουμε τον φαύλο κύκλο και θα ανοίξουμε τον δρόμο για την επίλυση των προβλημάτων. Με την προϋπόθεση βέβαια ότι και η Τουρκία συμπράττει εγκαταλείποντας απειλές και παραβατικότητες…


Ο Π.Κ. Ιωακειμίδης είναι ομ. καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών, πρώην πρεσβευτής – σύμβουλος του ΥΠΕΞ και μέλος της συμβουλευτικής επιτροπής του ΕΛΙΑΜΕΠ. Από τις εκδόσεις Θεμέλιο μόλις κυκλοφόρησε το νέο Βιβλίο του με τίτλο «Επιτεύγματα και Στρατηγικά Λάθη της Εξωτερικής Πολιτικής της Μεταπολίτευσης»

Από Τα Νέα