Το δημογραφικό πρόβλημα στη χώρα μας είναι εδώ και δεκαετίες μία μεγάλη πληγή. Μετά το 1981 παρατηρείται σταδιακή μείωση της γεννητικότητας- γονιμότητας του πληθυσμού με ρυθμό που δεν έχει σημειωθεί άλλη φορά στον ελληνικό χώρο. Όπως βλέπουμε, ενώ οι γεννήσεις από το 1950 ως το 1981 ήταν γύρω στις 150.000 ετησίως, έφτασαν μόλις τις 100.643 το 1990 και μετά το 2017 βρίσκονται σταθερά κάτω από τις 90.000. Ο συντελεστής γεννητικότητας δείχνει τον αριθμό γεννήσεων σε 1.000 κατοίκους. Μέλη και φίλοι της Κίνησης Πολιτών διοργανώνουν μία εκδήλωση-συζήτηση με θέμα: «Δημογραφικό - Eίναι αναστρέψιμες οι δυσμενείς προοπτικές» και συνδιοργανώνεται με τον Οργανισμό Έρευνας & Ανάλυσης διαΝΕΟσις. Η εκδήλωση θα γίνει την Τετάρτη 29 Νοεμβρίου 2023, στις 18:00, έναρξη προσελεύσεως 17:30.
Δηλώσεις συμμετοχής στον σύνδεσμο: https://docs.google.com/forms/...
Μεταπολεμικά οι γεννήσεις μειώθηκαν περισσότερο από 50% και υπάρχει μια μετατόπιση της γεννητικότητας από την περιφέρεια που ήταν η παραδοσιακή δημογραφική δεξαμενή της χώρας μας προς τα αστικά κέντρα . Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα και τη μείωση των πολύτεκνων οικογενειών (γύρω στο 50% από το 1971). Πολύ σημαντικός είναι επίσης ο δείκτης γονιμότητας, που αναφέρεται στον μέσο όρο των παιδιών που γεννιούνται από γυναίκες που βρίσκονται στην αναπαραγωγική ηλικία. Το 1980 ο συντελεστής αυτός ήταν 2,1 (δηλαδή κάθε γυναίκα αναπαραγωγικής ηλικίας γεννούσε κατά μέσο όρο 2,1 παιδιά). Ο συντελεστής αυτός (2.1) , είναι οριακά ίσος για την αντικατάσταση των γονέων. Το 1999 ο δείκτης γονιμότητας μειώθηκε στο 1,3. Τα τελευταία χρόνια κυμαίνεται από 1,2 έως 1,5. Το 2021 ήταν 1,38.
Οι θάνατοι κατά τα μεταπολεμικά χρόνια σχεδόν διπλασιάστηκαν. Από 53.000 το 1950, σε 103.304. Ο συντελεστής θνησιμότητας (η αύξηση των θανάτων επί 1.000 κατοίκων) , δείχνει επίσης μια αύξηση μεταπολεμικά της τάξης του 39%, από 7,04 σε 9,79 . Στην αύξηση αυτή συμβάλλουν σημαντικά και τα τροχαία ατυχήματα. Έτσι, προ πανδημίας, το 2019, 701 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους στη χώρα μας λόγω τροχαίων ατυχημάτων (το 2018 ο αριθμός ήταν 709) και άλλοι 642 τραυματίστηκαν σοβαρά. Δυστυχώς κάποιοι και από αυτούς χάνουν τη ζωή τους στην πορεία…
Το σημαντικότερο όμως είναι ότι η αύξηση των θανάτων δεν οφείλεται στην αύξηση της νοσηρότητας του πληθυσμού, αλλά είναι αποτέλεσμα της γήρανσηςτου. Αυτό το στοιχείο αποτελεί την άλλη όψη του δημογραφικού προβλήματος που ενισχύθηκε υπερβολικά τα τελευταία χρόνια. Όπως βλέπετε στον πίνακα 5, οι ηλικιωμένοι (όσοι έχουν ηλικία μεγαλύτερη των 65 ετών) το 1951 αποτελούσαν το 6,7% του πληθυσμού της Ελλάδας και οι νέοι (όσοι είναι κάτω των 14 ετών), το 28,8%. Το 1999 το μεν ποσοστό των ηλικιωμένων σχεδόν τριπλασιάστηκε (17,2%), το δε ποσοστό των νέων έπεσε σχεδόν στο μισό (15,2%). Δυστυχώς τα επόμενα χρόνια το ποσοστό των ηλικιωμένων αυξήθηκε, και το 2021 έφτασε το 22,6%, ενώ το ποσοστό των νέων την ίδια χρονιά, έπεσε στο 14,1%.