Η επιλογή Μπάιντεν να κινηθεί κατά του Ανώτατου Δικαστηρίου για να προστατέψει το δικαίωμα των γυναικών στην άμβλωση.

 

Γράφει ο Χάρης Παυλίδης

 

Η ευθεία αμφισβήτηση εκ μέρους του προέδρου των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν της απόφασης του Ανώτατου Δικαστηρίου για τις αμβλώσεις, «απελευθερώνει» την πολιτική κριτική από τα δεσμά μιας άκρως συντηρητικής αντίληψης που αφήνει στο απυρόβλητο δικαστικές αποφάσεις που αντιβαίνουν το κοινό περί δικαίου αίσθημα. Το κράτος δικαίου είναι το θεσμικό σύστημα της φιλελεύθερης δημοκρατίας. Είναι αυτό που εγγυάται και διασφαλίζει τα ανθρώπινα και ατομικά δικαιώματα. Αλλο είναι όμως το κράτος δικαίου και άλλο οι νόμοι και οι ερμηνείες τους. Αυτά ως εισαγωγή για την αποφασιστικότητα της παρέμβασης Μπάιντεν, που έρχεται να μας θυμίσει –και στην Ελλάδα αναφορικά με κάποιες δικαστικές αποφάσεις– ότι και οι κρίνοντες κρίνονται.

Τι έκανε λοιπόν ο πρόεδρος των ΗΠΑ; Μετά τον σχολιασμό της απόφασης στις 25 Ιουνίου σε εθνικό δίκτυο, υπέγραψε εκτελεστικό διάταγμα για τη διασφάλιση του δικαιώματος των αμβλώσεων. «Δεν μπορούμε να επιτρέψουμε σε ένα ανεξέλεγκτο Ανώτατο Δικαστήριο να αφαιρέσει τα δικαιώματά μας», είπε, προτρέποντας τους Αμερικανούς να «ψηφίσουν, να ψηφίσουν, να ψηφίσουν» στις ενδιάμεσες εκλογές του Νοεμβρίου.

 

Ειδική ομάδα

Η κήρυξη του «Ανώτατου Δικαστηρίου» εκτός ελέγχου δεν είναι διόλου ασήμαντη υπόθεση, όπως και η ανατροπή μιας απόφασης με εκτελεστικά διατάγματα. Ασυνήθιστο, αλλά κάποιες αποφάσεις όπως αυτή πώς μπορούν να διορθωθούν; Το εκτελεστικό διάταγμα επιχειρεί να διασφαλίσει την πρόσβαση σε αμβλώσεις και επείγουσα αντισύλληψη, να προστατεύσει το απόρρητο των ασθενών, να ξεκινήσει πρωτοβουλίες δημόσιας εκπαίδευσης και να ενισχύσει την ασφάλεια και τις νομικές επιλογές που είναι διαθέσιμες σε όσους αναζητούν και παρέχουν υπηρεσίες αμβλώσεων.

Ο πρόεδρος έδωσε εντολή στον υπουργό υγείας να ετοιμάσει έκθεση εντός 30 ημερών σχετικά με τις ενέργειες που πρέπει να γίνουν, ενώ ανέλαβε την πρωτοβουλία της δημιουργίας μιας ειδικής ομάδας για την πρόσβαση στην αναπαραγωγική υγειονομική περίθαλψη, στην οποία θα συμμετέχει ο γενικός εισαγγελέας. Το εκτελεστικό διάταγμα επικεντρώνεται κυρίως στην προστασία της ιδιωτικής ζωής των ασθενών και στοχεύει επίσης στη διασφάλιση της ασφάλειας όσων αναζητούν και παρέχουν φροντίδα για την άμβλωση, μεταξύ άλλων με την προστασία των κινητών κλινικών που έχουν αναπτυχθεί για την παροχή φροντίδας σε ασθενείς εκτός της πολιτείας τους.

Προφανώς η διακυβέρνηση με εκτελεστικά διατάγματα, ακόμη και για δίκαιο σκοπό, είναι μια πρακτική που θέτει σε αμφισβήτηση τη διάκριση των εξουσιών. Από την άλλη, όμως, η φιλελεύθερη δημοκρατία έχει την υποχρέωση να αντιδράσει στο «κράτος των δικαστών». Είναι γεγονός ότι η δημοκρατία στην Αμερική υπέστη σοβαρά πλήγματα την περίοδο της διακυβέρνησης από τον Τραμπ, ενώ η παρακμή του Κογκρέσου άφησε πολύ χώρο στο Ανώτατο Δικαστήριο, το οποίο ουσιαστικά σε αρκετές περιπτώσεις μεταβλήθηκε σε κυβερνητικό όργανο. Το γεγονός ότι το Ανώτατο Δικαστήριο έχει παρέμβει σε θέματα που έχουν ήδη διευθετηθεί ρητά από ομοσπονδιακούς νόμους δείχνει ότι το πολιτικό σύστημα δεν έχει εγγυηθεί τους διαύλους έκφρασης της λαϊκής βούλησης, όπως αποδεικνύεται από τις προτάσεις Brown vs Board of Education και Roe εναντίον Wade.

 

Εναλλακτικές

Τι επιλογές έχει ένας φιλελεύθερος πρόεδρος στο πλαίσιο ενός φιλελεύθερου συντάγματος, όπως αυτό των ΗΠΑ; Η πρώτη επιλογή είναι το courtpacking, ή «packing the Court». Εάν το Κογκρέσο είχε τις απαραίτητες ψήφους, θα μπορούσε απλώς να προσθέσει περισσότερες έδρες στο Ανώτατο Δικαστήριο. Στη συνέχεια, ο πρόεδρος Μπάιντεν να διορίσει αρκετούς νέους δικαστές για να καλύψουν αυτές τις κενές θέσεις, οι οποίες θα μπορούσαν να επιβεβαιωθούν από μια δημοκρατική Γερουσία. Αν και το σύνταγμα ορίζει ότι πρέπει να υπάρχει Ανώτατο Δικαστήριο, δεν αναφέρει πόσοι δικαστές θα πρέπει να το υπηρετήσουν.

Η άλλη επιλογή θα ήταν η «αποπολιτικοποίηση» του Ανώτατου Δικαστηρίου. Ο πυρήνας αυτής της πρότασης είναι η ισορροπία δυνάμεων στο Ανώτατο Δικαστήριο από μετριοπαθείς δικαστές αποδεκτούς και από τα δύο πολιτικά κόμματα. Στην προκειμένη περίπτωση, ανακύπτουν δύο ζητήματα: το σπάσιμο της παράδοσης και η ρεπουμπλικανική συντηρητική αντίληψη. Υπάρχει και μια τρίτη επιλογή: οι θητείες να κλιμακώνονται έτσι ώστε ένας δικαστής να παραιτείται κάθε δύο χρόνια, που σημαίνει ότι δύο δικαστές θα αντικαθίστανται σε κάθε προεδρική θητεία, όποιος και αν είναι πρόεδρος. Σε κάθε περίπτωση, ο πρόεδρος Μπάιντεν πρέπει να αποφασίσει: να περιμένει τον Νοέμβριο ή να προχωρήσει σε συνταγματική μεταρρύθμιση τώρα;

 

Επιστροφή Μπερλουσκόνι με μανιφέστο για το Κέντρο

Την ώρα που η ιταλική κυβέρνηση συνασπισμού του Μάριο Ντράγκι κλυδωνίζεται από τις αναταράξεις μετά τη διάσπαση του Κινήματος των 5 Αστέρων λόγω της αποχώρησης του υπ. Εξωτερικών Λουίτζι ντι Μάιο, τις διαφοροποιήσεις του Κόντε και τις διαφωνίες του Σαλβίνι, ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι επιστρέφει δριμύτερος με τη Forza Italia διεκδικώντας τον χώρο του πολιτικού Κέντρου.

Με ένα νέο βιντεοσκοπημένο μήνυμα, που τιτλοφορείται «Είμαστε το Κέντρο», ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι επιχειρεί να κερδίσει τους ψηφοφόρους της μεσαίας τάξης που είχαν μετοικήσει στο κίνημα που Μπέπε Γκρίλο και φαίνεται δημοσκοπικά να καταρρέει. Στο δεύτερο βίντεο, μεγαλύτερο και περισσότερο αναλυτικό από το πρώτο, ο πρώην Ιταλός πρωθυπουργός μιλά για την Ιταλία που ονειρεύεται και αναφέρεται στις εκδηλώσεις αγάπης του κόσμου στις δημόσιες εμφανίσεις του.

Προφανώς, όπως ομολογεί, «δεν ψηφίζουν Forza Italia όλοι όσοι μου δείχνουν εκτίμηση, μου σφίγγουν το χέρι και θέλουν να φωτογραφηθούν μαζί μου, αλλιώς θα είχαμε το 80-90% των ψήφων στις εκλογές». Και συμπληρώνει ότι πριν από λίγες ημέρες σε ένα εστιατόριο του συνέβη κάτι απρόσμενο: «Ενας κύριος σηκώθηκε και μου είπε δυνατά: Σας κάνω μια ερώτηση, πρόεδρε, πώς θα ήταν η Ιταλία αν επιστρέφατε στην κυβέρνηση;»

Το μανιφέστο του Μπερλουσκόνι ξεκινά από την επιθυμία να ζήσει σε μια χώρα «στην οποία όλοι μπορούν να απολαύσουν πλήρως την αληθινή και πλήρη ελευθερία, μια χώρα στην οποία όποιος χάσει τις εκλογές δεν πρέπει να φοβάται αντίποινα από τον αντίπαλο που τις κέρδισε. Πολιτικά, οικονομικά, δικαστικά αντίποινα. Θα ήθελα μια χώρα στην οποία η ελευθερία δεν χορηγείται από το κράτος, αλλά είναι φυσικό δικαίωμα για κάθε άνθρωπο. Μια χώρα όπου το κράτος και οι θεσμοί λειτουργούν», τονίζει στο μήνυμά του ο ιδρυτής της Forza Italia.

Ο δεύτερος πυλώνας είναι αυτός της φορολογίας. «Θα ήθελα μια χώρα στην οποία το κράτος δεν θα αφαιρούσε από κανέναν περισσότερο από το ένα τέταρτο των καρπών της εργασίας του. Πέρα από αυτό το επίπεδο, οι φόροι γίνονται πραγματική απαλλοτρίωση». Και μετά η επιθυμία για δίκαιη Δικαιοσύνη «στην οποία ένας πολίτης που δικαζόταν πραγματικά θεωρούνταν αθώος και αντιμετωπιζόταν ως αθώος, μέχρι μια πιθανή οριστική ποινή, βάσει αδιάσειστων στοιχείων. Σήμερα, όμως, η δίκη είναι ήδη μια ποινή για τον κατηγορούμενο, για την οικογένειά του, για τους φίλους του. Και φυσικά μια χώρα στην οποία η Δικαιοσύνη δεν χρησιμοποιήθηκε ως όπλο για την εξάλειψη του πολιτικού αντιπάλου και μια χώρα όπου αυτοί που αθωώνονται δεν μπορούν να κληθούν σε δίκη».

Τέλος στο βιντεο-μανιφέστο αναφέρεται και στον διεθνή ρόλο της Ιταλίας, τονίζοντας πως θέλει «μια χώρα που είναι αναμφισβήτητα στο πλευρό της Ευρώπης και της Δύσης, γιατί αυτός είναι ο ρόλος μας στον κόσμο, αυτές είναι οι αξίες που μοιραζόμαστε με τους φίλους και τους συμμάχους μας». Αξίζει να σημειωθεί ότι στις τελευταίες δημοσκοπήσεις το κόμμα του «καβαλιέρε» έχει ανακάμψει με ποσοστά γύρω στο 10% με ανοδικές τάσεις.

 

Από την έντυπη έκδοση της εφημερίδας “Τo Μanifesto”