«Ο ιστορικός κύκλος του ΣΥΡΙΖΑ έχει κλείσει εδώ και πάνω από έναν χρόνο», τονίζει σε συνέντευξή της η Έφη Αχτσιόγλου, σχολιάζοντας όσα συμβαίνουν στο πρώην κόμμα της.

«Αναμενόμενο» που ο ΣΥΡΙΖΑ έχασε τη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης στη Βουλή, είπε η βουλευτής της Νέας Αριστεράς, Έφη Αχτσιόγλου μιλώντας στην εκπομπή του ΕΡΤNews «Επίλογος» με τον Απόστολο Μαγγηριάδη. «Αναμενόμενο και προαναγγελθέν σε μεγάλο βαθμό. Από κει και πέρα νομίζω ότι είναι ένα ακόμη λιθαράκι σε μια πορεία εκφυλισμού του ΣΥΡΙΖΑ που συμβαίνει εδώ και πάνω από ένα χρόνο».

Η κα Αχτσιόγλου είπε ακόμη ότι «Αν το δει κανείς ρεαλιστικά, θα έλεγα ότι ο ΣΥΡΙΖΑ έχει κλείσει τον ιστορικό του κύκλο. Όχι, σήμερα, έχει πάνω από ένα χρόνο που έχει κλείσει τον ιστορικό του κύκλο. Έχει μετατραπεί σε κάτι διαφορετικό. Δεν έχει καμία σχέση με το κόμμα εκείνο, το οποίο καταγόταν από τη ριζοσπαστική Αριστερά.

Με τις ευθύνες όλων εκείνων των στελεχών που τον στήριξαν

Η πορεία εκφυλισμού του κόμματος ξεκίνησε εδώ και ένα χρόνο και κάτι, από την εκλογή του Προέδρου, που πλέον είναι έκπτωτος πρόεδρος, δηλαδή από την εκλογή του κ. Κασσελάκη, με τις ευθύνες που ο ίδιος φέρει απέναντι στην πολιτική λειτουργία του με την οποία δεν έχει καμία σχέση, αλλά και με τις ευθύνες όλων εκείνων των στελεχών που τον στήριξαν, προσδοκώντας ενδεχομένως μια δική τους καλύτερη τακτοποίηση στο νέο συσχετισμό που διαμορφωνόταν, αλλά χωρίς να λαμβάνουν υπόψιν την τεράστια ιστορική ευθύνη που αναλαμβάνουν απέναντι στο κόμμα και απέναντι στην ελληνική κοινωνία.

Άρα η ευθύνη είναι συγκεκριμένη, αφορά και βαραίνει και πρόσωπα συγκεκριμένα. Και νομίζω ότι εκεί είναι που χάθηκε και η σύνδεση ανάμεσα στην ετυμηγορία που έδωσε ο ελληνικός λαός, αυτή την ετυμηγορία του να αποτελεί ο ΣΥΡΙΖΑ την αξιωματική αντιπολίτευση του τόπου. Και αυτό που βλέπουμε να συμβαίνει σήμερα, δηλαδή να μην παράγει στην πραγματικότητα πολιτική και να μην λειτουργεί αντιπολιτευτικά».

Για το γεγονός ότι ο Στέφανος Κασσελάκης δεν θα είναι υποψήφιος ανέφερε: «Δεν μπορώ να δικαιώσω έναν άνθρωπο ο οποίος πραγματικά από το πουθενά αναλαμβάνει έναν χώρο και από την πρώτη μέρα φέρεται υβριστικά απέναντι στα στελέχη, απέναντι στις πολιτικές επιλογές που έκανε ως ΣΥΡΙΖΑ το προηγούμενο διάστημα, απέναντι στα έργα και τις επιτυχίες ή τις δυσκολίες που είχε αντιμετωπίσει και τα αποτελέσματα.

Γιατί αυτό έκανε ο κύριος Κασελάκης από την πρώτη μέρα. Δεν θα μπορούσα να τον δικαιώσω για αυτή του τη στάση λοιπόν.

Ασύμμετρη η εξέλιξη της κατάστασης

Δεν μπορώ όμως να δικαιώσω και στελέχη τα οποία όλα αυτά τα έβλεπαν, τα γνώριζαν από την πρώτη μέρα και επέλεγαν να κάνουν ότι δεν τα βλέπουν και τώρα να εμφανίζονται τάχα παραπλανημένοι ή τάχα αιφνιδιασμένοι από τις εξελίξεις».

Σχετικά την υποψηφιότητα που είχε θέσει η κα Αχτσιόγλου για πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, είπε: «Έχω σκεφτεί πολλά πράγματα που θα μπορούσα να είχα κάνει αλλιώς σε ό, τι αφορά την καμπάνια μου, αλλά δεν θεωρώ ότι τίποτα από αυτά θα ήταν καθοριστικό για την εκλογή. Τίποτα. Θεωρώ ότι ήταν εντελώς ασύμμετρη η εξέλιξη της κατάστασης. Εντελώς ασύμμετρο αυτό που συμβαίνει. Δεν έχει να κάνει με τη δικιά μου επίγνωση στην προεκλογική καμπάνια.

Νομίζω ότι ήταν σημαντικό και κομβικό το γεγονός ότι τα συγκεκριμένα στελέχη επέλεξαν όχι απλώς να υποστηρίξουν έναν υποψήφιο που δεν ήξεραν τι θέσεις έχει, τι ρόλο εκπέμπει στην ελληνική πολιτική σκηνή, ούτε καν τα ζητήματα που αφορούν την οικονομική του κατάσταση, αλλά και το γεγονός ότι επέλεξαν αυτό να το κάνουν εκπέμποντας ακραία χυδαιολογία, ακραία συκοφαντία εις βάρος μου, η οποία νομίζω ότι είναι γνωστή σε όλο το πανελλήνιο.

Άρα ο συνδυασμός αυτών των δύο παραμέτρων (σ.σ. η προσωπικότητα Κασσελάκη αλλά και ότι το κόμμα και οι μηχανισμοί του τον στήριξαν τόσο πολύ) μόλυναν με έναν πολύ τοξικό τρόπο το σύνολο του πολιτικού διαλόγου εκείνη την περίοδο.
Μόλυναν το κόμμα πάρα πολύ βαθιά και τα αποτελέσματά του φαίνονται και φαντάζομαι ότι θα συνεχίσουν να φαίνονται για το επόμενο διάστημα. Δεν νομίζω ότι τελείωσε».

«Κάνει αυτά που κάνει, λέει ή δεν λέει αυτά που κρίνει και νομίζω ότι φέρει τη δική του ευθύνη και κρίνεται αναλόγως και από τον ελληνικό λαό» τόνισε η κα Αχτσιόγλου απαντώντας στο αν περιμένει μια παρέμβαση από τον Αλέξη Τσίπρα.

Η Νέα Αριστερά έχει κερδίσει το στοίχημα της σοβαρότητας

Για την Νέα Αριστερά, ανέφερε μεταξύ άλλων: «Εμείς ξεκινήσαμε αυτή την πολύ δύσκολη προσπάθεια. Δύσκολη γιατί για να ξεκινήσει ένα κόμμα από την αρχή είναι εξαιρετικά πιο σύνθετο από ότι μπορεί να το ακούει ένας πολίτης. Το να μπορέσεις να ξανά συστηθείς στην κοινωνία, να μπορέσεις να φτιάξεις οργανώσεις σε όλη την Ελλάδα, να μπορέσεις να συνδεθείς με τους πολίτες, να βάλεις τα καινούργια σου χαρακτηριστικά. Θα έλεγα ότι έχουμε κερδίσει το στοίχημα της σοβαρότητας.
Νομίζω ότι όλοι οι πολίτες αναγνωρίζουν ότι γίνεται μια σοβαρή προσπάθεια από ανθρώπους οι οποίοι ξέρουν τι λένε στην πολιτική και τι προσπαθούν να κάνουν, ποιο πολιτικό κενό προσπαθεί να καλύψει η Νέα Αριστερά. Δεν έχουμε κερδίσει το στοίχημα της ελπίδας. Δηλαδή δεν έχουμε καταφέρει να πείσουμε τον κόσμο ότι εμείς πράγματι μπορούμε να εμπνεύσουμε για μια άλλη προοπτική στον τόπο. Αυτό είναι όμως κάτι που είναι μπροστά μας. Μόλις τώρα συστηθήκαμε ως κόμμα. Ήμασταν κοινοβουλευτική ομάδα μόλις πριν.

Άρα είναι κάτι που πρέπει να το δουλέψουμε εντατικά το επόμενο διάστημα με τις προτάσεις που κάνουμε. Κάνουμε εντατική κοινοβουλευτική δουλειά, αυτό το αναγνωρίζουν και οι πολιτικοί μας αντίπαλοι. Καταθέτουμε συνεχώς τροπολογίες για τους αναπληρωτές εκπαιδευτικούς, για τη μη φορολόγηση των φιλοδωρημάτων με σειρά τροπολογιών. Προσπαθούμε να χτίσουμε μέτωπα σε κρίσιμα ζητήματα και με άλλες προοδευτικές δυνάμεις, όπως στην περίπτωση της ιδιωτικοποίησης των πανεπιστημίων. Έχουμε πολλή δουλειά ακόμη να κάνουμε στην καθημερινή μας επαφή και γείωση με τους πολίτες».

«Το πρόβλημα είναι παγκόσμιο» είπε η κα Αχτσιόγλου σχετικά με τη στροφή που παρατηρείται προς την ακροδεξιά. «Νομίζω ότι υπάρχει και πολύ μεγάλη ευθύνη των ίδιων των κομμάτων. Δηλαδή οι Δημοκρατικοί στις Ηνωμένες Πολιτείες, που δεν είναι ένα αριστερό κόμμα εδώ και χρόνια έχουν πάρει διαζύγιο από την επαφή τους με την εργατική τάξη, με τα εργατικά στρώματα. Γιατί κατ’ ουσίαν έχουν πει ότι η οικονομική πολιτική δεν μπορεί να είναι διαφορετική από αυτή που εφαρμόζει ένα δεξιό κόμμα. Η οικονομική πολιτική είναι μία. Άρα η οποιαδήποτε διαφοροποίησή μας μπορεί να γίνεται σε επίπεδο δικαιωμάτων ή ταυτοτήτων. Όσο δεν μιλάς για την οικονομική πολιτική, όσο δεν μιλάς δηλαδή για το τι άλλο θα έκανες, που θα αφορά την τσέπη του εργαζόμενου, τον μισθό του, την κατανομή του παραγόμενου πλούτου, δεν μιλάς για αυτό που πρωταρχικά τον βασανίζει. (…) Άρα νομίζω ότι το βασικό ζήτημα που χρειάζεται εδώ είναι μια πραγματικά καθαρή συγκρουσιακή πολιτική θέση σε σχέση με τη Δεξιά στα ζητήματα της οικονομίας και της διανομής».

Υπάρχουν περιθώρια συνεργιών

Στο το αν υπάρχει δυνατότητα συμπόρευσης στον προοδευτικό χώρο, η κα Αχτσιόγλου δήλωσε μεταξύ άλλων: «Υπάρχει γενικευμένη κοινωνική δυσαρέσκεια απέναντι στην ασκούμενη πολιτική που έχει να κάνει κυρίως με την ακρίβεια και την αδυναμία του εισοδήματος των πολιτών να ανταποκριθούν σε αυτό το επίπεδο τιμών, στεγαστικό πρόβλημα και πρόβλημα ακρίβειας στα δύο μείζονα ζητήματα. Και είναι προφανές ότι η κυβέρνηση αυτά δεν τα λύνει και δεν πρόκειται να τα λύσει γιατί έχει συγκεκριμένη πλευρά πολιτική. Το βλέπουμε και στον προϋπολογισμό που κατέθεσε για το 2025. Πάλι προστατεύει τα κέρδη και πάλι διαλύει φορολογικά τους πολίτες και κρατάει πολύ καθηλωμένους τους μισθού. Άρα η κοινωνική δυσαρέσκεια υπάρχει και είναι εύλογη. Δεν υπάρχει ένα όχημα, προς το παρόν, πλειοψηφικής πολιτικής έκφρασης αυτού.
Αν υπάρχουν περιθώρια συνεργιών, εγώ λέω ότι υπάρχουν. Εγώ λέω ότι υπάρχουν και εγώ είμαι γενικώς υπέρ του μετώπου».

Αναφορικά με το τι διαφορετικό μείγμα πολιτικής θα πρότεινε η Νέα Αριστερά για τον προϋπολογισμό, η κα Αχτσιόγλου τόνισε: «Το πολύ προφανές Θα περίμενε κανείς αυτή τη στιγμή που υπάρχουν συγκεντρωμένα πλούτη, κέρδη, πολλά κέρδη.
Ας μη μιλήσω για υπερκέρδη, για φανεί ως κάτι που συμβαίνει αιφνιδιαστικά, αλλά είναι εδώ και χρόνια που συγκεντρώνονται κέρδη πολλά σε συγκεκριμένους τομείς της ελληνικής οικονομίας κλάδους σούπερ μάρκετ, ενέργεια, διυλιστήρια, τράπεζες.

Προφανώς θα τα φορολογούσαμε. Θα περίμενε κανείς ότι από αυτά θα υπήρχαν έσοδα περισσότερα στον προϋπολογισμό για να μπορέσουν να στηριχθούν περισσότερο οι πολίτες που φυτοζωούν σήμερα. Στην πραγματικότητα όμως βλέπουμε το ακριβώς αντίθετο. Βλέπουμε να αυξάνονται τα έσοδα από φόρους που πληρώνουν οι πολίτες. 2,5 δισ. ευρώ παραπάνω έσοδα από ΦΠΑ και από φορολογία εισοδήματος προσώπων, δηλαδή από τους εργαζόμενους στην πραγματικότητα και σχεδόν τίποτα, μόλις 100 εκατομμύρια πάνω τα έσοδα από το φόρο των κερδών των επιχειρήσεων. Και στη συνέχεια έρχεται η κυβέρνηση να έχει πάρει 2,5 δισ. ευρώ και να δίνει κάτι λιγότερο από 1 δισ. στους πολίτες. Τους παίρνει 2 από τη μια τσέπη και τους επιστρέφει λιγότερο από 1 με την αύξηση των συντάξεων που ούτως ή άλλως ήταν νομοθετημένη και μια πενιχρή αύξηση στους μισθούς, που δεν θα φτάσει ούτε τα 20 ευρώ μεικτά για τους δημοσίους υπαλλήλους. (…) Χρειάζεται φορολόγηση των κερδών, φορολόγηση του πλούτου με σταθερό τρόπο».

«Πρέπει να μειωθεί ο ΦΠΑ. Πρέπει να υπάρχει στοχευμένη φορολόγηση σε αυτούς τους κλάδους που έχουν συσσωρεύσει τρομακτικά κέρδη, για να μπορέσει μετά να στηριχθεί με έναν εύλογο τρόπο και ο μισθός και το εισόδημα».

«Είθισται και είναι καλό και για την ισορροπία του συστήματος στη Δημοκρατία, να μην προέρχονται οι Πρόεδροι της Δημοκρατίας από το κυβερνών κόμμα, να μην προέρχονται από τις τάξεις του κυβερνώντος κόμματος. Είναι καλό για να υπάρχει μια στοιχειώδης ισορροπία και θεωρητικά έλεγχος των εξουσιών» είπε η κα Αχτσιόγλου απαντώντας σε σχετική ερώτηση.

Η συζήτηση για τη συνταγματική αναθεώρηση θα ανοίξει και η κα Αχτσιόγλου σημειώσε ότι η Νέα Αριστερά θα καταθέσει «πολύ επεξεργασμένες οικονομικά προτάσεις, κυρίως στο πεδίο των εργασιακών. Θα επιμείνουμε για την ανάγκη κατοχύρωσης των συλλογικών συμβάσεων και της δυνατότητας μονομερούς προσφυγής στη διαιτησία των εργαζομένων, για να μπορούμε να έχουμε συλλογικές συμβάσεις σε αυτόν τον τόπο, για να μπορούμε να έχουμε βελτίωση των συνθηκών και των μισθών σε αυτή τη χώρα που έχει μείνει πάρα πολύ πίσω.

Στο πεδίο της δημόσιας Υγείας, στο πεδίο της Παιδείας, στα κοινωνικά δηλαδή κυρίως δικαιώματα και δικλείδες σε ό, τι αφορά ζητήματα διαχείρισης του δημοσίου χρήματος. Είμαστε αντίθετοι στην αλλαγή του άρθρου 16».

Δείτε το βίντεο