Τα είχε όλα ή σχεδόν όλα σχεδιάσει ο Πέδρο Σάντσεθ. Λογάριαζε όμως χωρίς τον... ξενοδόχο. Τον πρόεδρο του Λαϊκού Κόμματος, Γερμανό, Μάνφρεντ Βέμπερ. Ένα ιστορικό γεγονός, ως μάθημα, που δεν ξεχνιέται εύκολα.

Πριν από τρεις μήνες ο Ισπανός πρωθυπουργός ζήτησε από την Κομισιόν παράταση των εκλογών στη χώρα του. Και αντί του Δεκεμβρίου να διεξάγονταν τον Μάρτιο του 2024. Εν μέσω δηλαδή της προεκλογικής εκστρατείας των ευρωεκλογών.

Η Ούρσουλα Φον Ντερ Λάιεν αρνήθηκε για έναν απλούστατο λόγο.

Η εξάμηνη προεδρία έπρεπε να ξεκινήσει εφέτος. Την 1η Ιουλίου 2023. Ήταν προφανές ότι ο Σάντσεθ ήθελε να έχει το αβαντάζ προβολής της κυβέρνησης του στο ίδιο διάστημα των ευρωεκλογών!

Φθάσαμε έτσι στις εκλογές των αυτόνομων ή περιφερειακών και δημοτικών εκλογών της περασμένης Κυριακής στην Ισπανία.

Η συντριβή όμως δεν είχε προβλεφθεί από τους σοσιαλδημοκράτες.

Συνολικά 75-85% οι Ισπανοί ψήφισαν υποψηφιότητες της κεντροδεξιάς. Ακόμα και κάστρα σοσιαλκομουνιστικά όπως Σεβίλλη και Αστούριας κατακτήθηκαν από την αντιπολίτευση με ηγέτη τον πρόεδρο του Λαϊκού Κόμματος Νούνιεθ Φέιχο. Αξίζει να σημειώσουμε ότι ο ιδιος είχε αναλάβει το κόμμα του ΡΡΕ μόλις τρεις μήνες νωρίτερα από τον επίσης επιτυχημένο τότε πρόεδρο Κασάδο.

Την επόμενη ημέρα με τα τελικά αποτελέσματα στο γραφείο του, ο Πέδρο Σάντσεθ απογοητευμένος, πήρε την απόφαση να ανακοινώσει πρόωρες εκλογές για τις 23 Ιουλίου 2023 αντί του Δεκεμβρίου

Το ίδιο βράδυ συγκάλεσε το υπουργικό συμβούλιο και ακολούθως Βουλή και γερουσία προκειμένου να επικυρώσει επισήμως την απόφαση «βόμβα» όπως έγραψαν τα ΜΜΕ σε όλη την Ευρώπη.

Ο Σάντσεθ την 1η Ιουλίου θα κηρύξει την προγραμματισμένη πανηγυρική έναρξη της ισπανικής προεδρίας, στη Μαδρίτη, παρουσία των 27 αρχηγών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Και στο σημείο αυτό ξεκινά το δεύτερο αίτημα που μπαίνει στη σκακιέρα του Ισπανού πρωθυπουργού.

Έχοντας καταθέσει αίτηση στο προεδρείο του ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου να εμφανιστεί στην ολομέλεια ως κεντρικός ομιλητής προκειμένου να ανακοινώσει το πρόγραμμα της ευρωπαϊκής προεδρίας, η Ρομπέρτα Μέτσολα πρόεδρος του ΕΚ αν κι έχει κάνει δεκτό το αίτημα, βρίσκεται αντιμέτωπη με το σύνολο των ευρωβουλευτών του ΡΡΕ και του Βέμπερ.

«Στην προκήρυξη εθνικών εκλογών δεκαπέντε ημέρες αργότερα, από την ομιλία, δεν θεωρείται σωστή η παρουσία και προβολή του υποψηφίου προέδρου ενός κόμματος ενώπιον της ευρωπαϊκής αντιπροσωπείας».

Η επιστολή φέρει την υπογραφή του προέδρου του ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος στις Βρυξέλλες, Μάνφρεντ Βέμπερ!

Κάτω λοιπόν, από τα φώτα ενός σχεδιασμένου «κομπλοτ» η Μαλτέζα πρόεδρος ειδοποιεί την ισπανική κυβέρνηση και τον Πέδρο Σάντσεθ ότι «η ομιλία του πρωθυπουργού αναστέλλεται και προωθείται στην πρώτη ολομέλεια του Κοινοβουλίου τον Σεπτέμβριο. Ανεξαρτήτως ποιος θα είναι στο μεταξύ, ο πρωθυπουργός!».

Όπως γίνεται αντιληπτό τα πιο πάνω γεγονότα και οι εξελίξεις προδικάζουν μια έντονη αντιπαράθεση στους μήνες που προηγούνται των ευρωεκλογών, τον Ιούνιο του 2024.

Ήδη ο Βέμπερ προετοιμάζει το έδαφος και προτίθεται να αναδιοργανώσει την ομάδα κρούσης ειδικότερα μετά την αλλαγή στο ΕΛΚ πριν από ένα περίπου χρόνο.

Μια ομάδα πεπειραμένη με πρόσβαση συνεργασίας στα κόμματα που ανήκουν στο ΡΡΕ (ΕΛΚ) κυρίως όμως να γνωρίζουν την γεωγραφία προσώπων και κομμάτων ώστε η συνεργασία να οδηγήσει σε αύξηση του αριθμού των ευρωβουλευτών μέσα στο ΕΚ απέναντι των σοσιαλιστών πρασίνων και φιλελευθέρων που ήδη κινούνται ομαδικά αλλά διακριτικά στους χώρους. Κυρίως με τον Τίμερμανς και την Επίτροπο Βεστάνγκερ.

Τα θέματα συνολικά θα τεθούν αναλυτικά στους αρχηγούς των κομμάτων που ανήκουν στις πιο πάνω πολιτικές ομάδες σε έκτακτα συνέδρια μέσα στο 2023.

Για την Ελλάδα φυσικά η μεν Νέα Δημοκρατία έχει ξεκάθαρες θέσεις. Αντίθετα σφοδρή προβλέπεται να είναι η αντιπαράθεση ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ για την μάχη προνομίων, αφού επισήμως μόνο το ΠΑΣΟΚ ανήκει στην σοσιαλδημοκρατική ομάδα. Η παρουσία του Αλέξη Τσίπρα στις συνεδριάσεις των σοσιαλιστών εκφράζεται ως «παρατηρητής». Και έπονται οι εξελίξεις.

Ο Μανώλης Μαυρομμάτης είναι πρώην ευρωβουλευτής της ΝΔ και ειδικός Σύμβουλος στην Κομισιόν με Επίτροπο την Κρισταλίνα Γκεοργκίεβα νυν πρόεδρο του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου.