Το αριστερό πρόσημο των δηλώσεων της νέας ηγεσίας του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος, Νόρμπερτ Βάλτερ – Μπόργιανς και Σάσα Έσκιεν, προκαλεί έντονη ανησυχία σε ό,τι αφορά τις προοπτικές επιβίωσης του κυβερνητικού συνασπισμού, με τους Χριστιανοδημοκράτες να απορρίπτουν το ενδεχόμενο νέων υποχωρήσεων και τα στελέχη του SPD να μιλούν ακόμη και για επαναδιαπραγμάτευση σημείων της προγραμματικής συμφωνίας.
Πρώτος ο υπουργός Οικονομίας Πέτερ Αλτμάιερ και στενός συνεργάτης της καγκελαρίου έσπευσε να προειδοποιήσει το SPD να μην επιδιώξει ανατροπή της πολιτικής των ισοσκελισμένων προϋπολογισμών. «Η ομοσπονδιακή κυβέρνηση έχει συμφωνήσει για ισοσκελισμένους προϋπολογισμούς. Η υπόσχεση να μην δημιουργούμε νέα χρέη ήταν από τις σημαντικότερες υποσχέσεις της Χριστιανικής Ένωσης κατά την προεκλογική περίοδο», δήλωσε ο Αλτμάιερ στην Handelsblatt και τόνισε ότι οι μελλοντικές γενιές δεν θα πρέπει να επιβαρυνθούν επιπλέον. Το ίδιο ισχύει και για πιθανές «ακριβές υποσχέσεις κοινωνικής πολιτικής», πρόσθεσε ο υπουργός Οικονομίας και διευκρίνισε ότι περιθώρια αλλαγής στη δημοσιονομική πολιτική υπάρχουν μόνο σε ό,τι αφορά ενδεχόμενη μείωση φόρων για τις επιχειρήσεις, καθώς η γερμανική οικονομία διανύει περίοδο ύφεσης και χρειάζεται, όπως είπε, ελαφρύνσεις. «Για αυτό ακριβώς σε αυτή την νομοθετική περίοδο χρειαζόμαστε μειώσεις φόρων για τις επιχειρήσεις και τα πρώτα βήματα για την πλήρη κατάργηση της εισφοράς αλληλεγγύης», δήλωσε.
Ο Πέτερ Αλτμάιερ ανέφερε ακόμη ότι ο ίδιος δεν είναι οπαδός της ιδέας να περνούν όλες οι πιθανές αποφάσεις από τη βάση του κόμματος και εξέφρασε την άποψη ότι το SPD, με τη διαδικασία εκλογής ηγεσίας η οποία διήρκεσε πολύ καιρό, «δεν έκανε καλό στον εαυτό του». Σε ό,τι αφορά μάλιστα το ενδεχόμενο αποχώρησης του «μικρού» κυβερνητικού εταίρου από τον συνασπισμό, ο υπουργός παρέπεμψε στην αποχώρηση των Φιλελευθέρων (FDP) από τις διερευνητικές συνομιλίες για τον σχηματισμό κυβέρνησης μετά τις εκλογές του 2017 και δήλωσε: «Δεν βλέπω κανένα νόημα στο να αρνηθεί και το SPD, μετά το FDP, την ανάληψη πολιτικής ευθύνης». Ερωτώμενος σχετικά με το μέλλον του «χαμένου» της εσωκομματικής αναμέτρησης αντικαγκελάριου και υπουργού Οικονομικών Όλαφ Σολτς στην κυβέρνηση, ο Αλτμάιερ περιορίστηκε να δηλώσει ότι «τώρα θα ασχοληθεί ακόμη εντατικότερα με τα καθήκοντά του στο υπουργείο».
Από την πλευρά του ο επικεφαλής της κοινοβουλευτικής ομάδας των Σοσιαλδημοκρατών Γιοχάνες Καρς, μιλώντας επίσης στην Handelsblatt, τόνισε ότι «ασφαλώς και μπορούν να γίνουν αλλαγές στην προγραμματική συμφωνία» των κυβερνητικών εταίρων, σημειώνοντας ότι π.χ. ένας κατώτατος μισθός 12 ευρώ/ώρα «θα ήταν καταπληκτικός». Εάν όμως περιμένουμε από το CDU να υποχωρήσει, θα πρέπει κι εμείς να είμαστε έτοιμοι να συζητήσουμε και για την μείωση του φόρου στις επιχειρήσεις, πρόσθεσε ο Καρς.
Για τον κίνδυνο «πολιτικής παράλυσης, η οποία θα κοστίσει ακριβά στην γερμανική οικονομία» προειδοποίησε ο πρόεδρος του Γερμανικού Ινστιτούτου Οικονομικών Ερευνών Μαρσέλ Φράτσερ και επισήμανε ότι αυτή τη στιγμή είναι απαραίτητες οι σαφείς προοπτικές και ένα καλύτερο πλαίσιο για επενδύσεις. «Και τα τρία κόμματα του μεγάλου συνασπισμού (CDU/CSU, SPD) πρέπει τώρα να αποφασίσουν τι θέλουν και να βάλουν τέλος στην πολιτική παράλυση», πρόσθεσε. Το αριστερό πρόσημο των δηλώσεων της νέας ηγεσίας του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος, Νόρμπερτ Βάλτερ – Μπόργιανς και Σάσα Έσκιεν, προκαλεί έντονη ανησυχία σε ό,τι αφορά τις προοπτικές επιβίωσης του κυβερνητικού συνασπισμού, με τους Χριστιανοδημοκράτες να απορρίπτουν το ενδεχόμενο νέων υποχωρήσεων και τα στελέχη του SPD να μιλούν ακόμη και για επαναδιαπραγμάτευση σημείων της προγραμματικής συμφωνίας.
Πρώτος ο υπουργός Οικονομίας Πέτερ Αλτμάιερ και στενός συνεργάτης της καγκελαρίου έσπευσε να προειδοποιήσει το SPD να μην επιδιώξει ανατροπή της πολιτικής των ισοσκελισμένων προϋπολογισμών. «Η ομοσπονδιακή κυβέρνηση έχει συμφωνήσει για ισοσκελισμένους προϋπολογισμούς. Η υπόσχεση να μην δημιουργούμε νέα χρέη ήταν από τις σημαντικότερες υποσχέσεις της Χριστιανικής Ένωσης κατά την προεκλογική περίοδο», δήλωσε ο Αλτμάιερ στην Handelsblatt και τόνισε ότι οι μελλοντικές γενιές δεν θα πρέπει να επιβαρυνθούν επιπλέον. Το ίδιο ισχύει και για πιθανές «ακριβές υποσχέσεις κοινωνικής πολιτικής», πρόσθεσε ο υπουργός Οικονομίας και διευκρίνισε ότι περιθώρια αλλαγής στη δημοσιονομική πολιτική υπάρχουν μόνο σε ό,τι αφορά ενδεχόμενη μείωση φόρων για τις επιχειρήσεις, καθώς η γερμανική οικονομία διανύει περίοδο ύφεσης και χρειάζεται, όπως είπε, ελαφρύνσεις. «Για αυτό ακριβώς σε αυτή την νομοθετική περίοδο χρειαζόμαστε μειώσεις φόρων για τις επιχειρήσεις και τα πρώτα βήματα για την πλήρη κατάργηση της εισφοράς αλληλεγγύης», δήλωσε.
Ο Πέτερ Αλτμάιερ ανέφερε ακόμη ότι ο ίδιος δεν είναι οπαδός της ιδέας να περνούν όλες οι πιθανές αποφάσεις από τη βάση του κόμματος και εξέφρασε την άποψη ότι το SPD, με τη διαδικασία εκλογής ηγεσίας η οποία διήρκεσε πολύ καιρό, «δεν έκανε καλό στον εαυτό του». Σε ό,τι αφορά μάλιστα το ενδεχόμενο αποχώρησης του «μικρού» κυβερνητικού εταίρου από τον συνασπισμό, ο υπουργός παρέπεμψε στην αποχώρηση των Φιλελευθέρων (FDP) από τις διερευνητικές συνομιλίες για τον σχηματισμό κυβέρνησης μετά τις εκλογές του 2017 και δήλωσε: «Δεν βλέπω κανένα νόημα στο να αρνηθεί και το SPD, μετά το FDP, την ανάληψη πολιτικής ευθύνης». Ερωτώμενος σχετικά με το μέλλον του «χαμένου» της εσωκομματικής αναμέτρησης αντικαγκελάριου και υπουργού Οικονομικών Όλαφ Σολτς στην κυβέρνηση, ο Αλτμάιερ περιορίστηκε να δηλώσει ότι «τώρα θα ασχοληθεί ακόμη εντατικότερα με τα καθήκοντά του στο υπουργείο».
Από την πλευρά του ο επικεφαλής της κοινοβουλευτικής ομάδας των Σοσιαλδημοκρατών Γιοχάνες Καρς, μιλώντας επίσης στην Handelsblatt, τόνισε ότι «ασφαλώς και μπορούν να γίνουν αλλαγές στην προγραμματική συμφωνία» των κυβερνητικών εταίρων, σημειώνοντας ότι π.χ. ένας κατώτατος μισθός 12 ευρώ/ώρα «θα ήταν καταπληκτικός». Εάν όμως περιμένουμε από το CDU να υποχωρήσει, θα πρέπει κι εμείς να είμαστε έτοιμοι να συζητήσουμε και για την μείωση του φόρου στις επιχειρήσεις, πρόσθεσε ο Καρς.
Για τον κίνδυνο «πολιτικής παράλυσης, η οποία θα κοστίσει ακριβά στην γερμανική οικονομία» προειδοποίησε ο πρόεδρος του Γερμανικού Ινστιτούτου Οικονομικών Ερευνών Μαρσέλ Φράτσερ και επισήμανε ότι αυτή τη στιγμή είναι απαραίτητες οι σαφείς προοπτικές και ένα καλύτερο πλαίσιο για επενδύσεις. «Και τα τρία κόμματα του μεγάλου συνασπισμού (CDU/CSU, SPD) πρέπει τώρα να αποφασίσουν τι θέλουν και να βάλουν τέλος στην πολιτική παράλυση», πρόσθεσε.
Επιφυλακτικός έναντι της νέας ηγεσίας του κόμματός του εμφανίστηκε σήμερα και ο πρώην αρχηγός του Γκέρχαρντ Σρέντερ: «Από την αρχή θεωρούσα ατυχή την απόφαση για εκλογή από τη βάση και το αποτέλεσμα επιβεβαιώνει τις επιφυλάξεις μου», δήλωσε ο πρώην καγκελάριος στο περιοδικό Der Spiegel.
Προβληματισμένος από το αποτέλεσμα εμφανίστηκε και ο σοσιαλδημοκράτης υφυπουργός Εξωτερικών και εκ των στενότερων συνεργατών του Όλαφ Σολτς στο κόμμα, Νιλς ‘Ανεν, ο οποίος εξέφρασε μεν τη στήριξή του προς τη νέα ηγεσία, αλλά ζήτησε άμεσα «σαφήνεια σε ό,τι αφορά την μελλοντική πορεία» του κόμματος.
«Έχω μείνει με το στόμα ανοιχτό», έγραψε ο αρχηγός του FDP Κρίστιαν Λίντνερ στον λογαριασμό του στο Twitter, ενώ ο αντιπρόεδρός του, Βόλφγκανγκ Κουμπίκι έκανε λόγο για «ελεύθερη πτώση» του SPD. «Προετοιμαζόμαστε για νέες εκλογές, πριν ή μετά την κατάρρευση του CDU, εάν υποχωρήσει στις αναμενόμενες νέες απαιτήσεις του SPD», δήλωσε στην Welt am Sonntag.
Το ενδεχόμενο αλλαγών στην προγραμματική συμφωνία απέρριψε από την πλευρά του CDU και ο γενικός γραμματέας του, Πάουλ Τσίμιακ: «Προσβλέπουμε σε μια συνεργασία σε κλίμα εμπιστοσύνης, για το καλό της χώρας μας. Η εσωτερική απόφαση του SPD δεν άλλαξε κάτι στη βάση του μεγάλου συνασπισμού», διευκρίνισε.
Επιφυλακτικός έναντι της νέας ηγεσίας του κόμματός του εμφανίστηκε σήμερα και ο πρώην αρχηγός του Γκέρχαρντ Σρέντερ: «Από την αρχή θεωρούσα ατυχή την απόφαση για εκλογή από τη βάση και το αποτέλεσμα επιβεβαιώνει τις επιφυλάξεις μου», δήλωσε ο πρώην καγκελάριος στο περιοδικό Der Spiegel.
Προβληματισμένος από το αποτέλεσμα εμφανίστηκε και ο σοσιαλδημοκράτης υφυπουργός Εξωτερικών και εκ των στενότερων συνεργατών του Όλαφ Σολτς στο κόμμα, Νιλς ‘Ανεν, ο οποίος εξέφρασε μεν τη στήριξή του προς τη νέα ηγεσία, αλλά ζήτησε άμεσα «σαφήνεια σε ό,τι αφορά την μελλοντική πορεία» του κόμματος.
«Έχω μείνει με το στόμα ανοιχτό», έγραψε ο αρχηγός του FDP Κρίστιαν Λίντνερ στον λογαριασμό του στο Twitter, ενώ ο αντιπρόεδρός του, Βόλφγκανγκ Κουμπίκι έκανε λόγο για «ελεύθερη πτώση» του SPD. «Προετοιμαζόμαστε για νέες εκλογές, πριν ή μετά την κατάρρευση του CDU, εάν υποχωρήσει στις αναμενόμενες νέες απαιτήσεις του SPD», δήλωσε στην Welt am Sonntag.
Το ενδεχόμενο αλλαγών στην προγραμματική συμφωνία απέρριψε από την πλευρά του CDU και ο γενικός γραμματέας του, Πάουλ Τσίμιακ: «Προσβλέπουμε σε μια συνεργασία σε κλίμα εμπιστοσύνης, για το καλό της χώρας μας. Η εσωτερική απόφαση του SPD δεν άλλαξε κάτι στη βάση του μεγάλου συνασπισμού», διευκρίνισε.