Μπορεί ο ΣΥΡΙΖΑ να χαρακτηρίζει τις δημοσκοπήσεις (την πλειοψηφία αυτών και αναλόγως των αποτελεσμάτων) “πληρωμένες” εν τούτοις υπάρχει ένα ποιοτικό στοιχεί, κοινό σε όλες, που προκαλεί τρόμο στην Κουμουνδούρου αφού εμφανίζεται σταθερό (ως προς το πρώτο κόμμα) από το 2017 και δεν έχει διαψευστεί ποτέ.

Ο λόγος για την παράσταση νίκης, την ερώτηση δηλαδή που γίνεται στους ψηφοφόρους για το ποιο κόμμα πιστεύουν πως θα κερδίσει τις εκλογές ανεξαρτήτως του τι ψηφίζουν οι ίδιοι. Είναι εκείνο το στοιχείο που δείχνει όχι μονο τη δυναμική των κομμάτων στην κοινωνία αλλά την κατεύθυνση που υπάρχει ως προς την εξέλιξη των πραγμάτων.

Μιλώντας στην ΕΡΤ και στην εκπομπή “Επίλογος” ο ειδικός αναλυτής των εκλογών και συγγραφέας του βιβλίου “40+1 νύχτες εκλογών” που θεωρείται γκουρού των αναλύσεων και των εκλογών (το 2000 μάλιστα είχε επισημάνει το βράδυ των εκλογών ότι τα πρώτα στοιχεία που έδειχναν νίκη της ΝΔ όδευαν προς ανατροπή) Ανδρέας Δρυμιώτης δήλωσε ότι  «οι δημοσκοπήσεις είναι αρκετά ακριβείς, όταν ξέρουμε να τις διαβάζουμε. Οι μετρήσεις λένε ότι έχουν ένα λάθος πλην 2,5 – 3% με διάστημα βεβαιότητας 95%. Αυτό αφήνει πολλά περιθώρια. Άμα το σκεφτείτε καλά προφανώς»

Και πρόσθεσε με έμφασή ότι «αυτή τη στιγμή πάντως, όλες οι μετρήσεις είναι σαφέστερες και υπάρχει μια, αν θέλετε, παράμετρος η οποία ποτέ μα ποτέ δεν έχει διαψευστεί. Η λεγόμενη “παράσταση νίκης”. Η παράσταση νίκης προκύπτει από το εξής ερώτημα: «Ποιος πιστεύετε ότι θα κερδίσει;». Αυτή δεν έχει διαψευστεί ποτέ».

Εκφράζοντας την υποστήριξή του στις δημοσκοπικές εταιρείες σημείωσε πως «τους υποστηρίζω γιατί πραγματικά κάνουνε καλή δουλειά. Έχω συνεργαστεί με όλες τις εταιρείες δημοσκοπήσεων ανεξαιρέτως σε όλο αυτό το διάστημα των εκλογών. Τους έχω βοηθήσει δίνοντάς τους αποτελέσματα ούτως ώστε να καλύπτουν και να διορθώνουν το ρόλο τους. Έχω καλές σχέσεις με όλους τους επίσημους δημοσκόπους. Το τονίζω αυτό, γιατί υπάρχουν και “αεριτζήδες”. Θέλω να πω και κάτι άλλο, μιας και το θίξατε. Ο τζίρος που κάνουν από τις πολιτικές δημοσκοπήσεις είναι ελάχιστος. Είναι λιγότερο από το 10% της δουλειάς. Ποιος θα διακινδύνευε να βγάζει “μαϊμού” δημοσκοπήσεις;».

Επί της ουσίας ο Ανδρέας Δρυμιώτης αφενός έβαλε τα πράγματα στη θέση τους ως προς τις δημοσκοπικές εταιρείες που βρίσκονται στο στόχαστρο του ΣΥΡΙΖΑ όχι μόνο με αιχμές για το αποτέλεσμα των δημοσκοπήσεων αλλά και για την ανεξαρτησία τους ως προς τις έρευνες κοινής γνώμης. Μάλιστα ο ΣΥΡΙΖΑ και ο αρχηγός του είναι αυτοί που αμφισβητούν τα πάντα και επικαλούνται κατά διαστήματα διάφορα ποιοτικά στοιχεία για να δείξουν ότι υπάρχουν περιθώρια νίκης. Επικεντρώνονται δέ στη δεξαμενή των αναποφάσιστων καθώς και στο γεγονός ότι δεν πιάνουν τον… παλμό και υποεκτιμούν τα ποσοστά της αξιωματικής αντιπολίτευσης.

Ομως το στοιχείο που κατά τον Ανδρέα Δρυμιώτη που δεν έχει διαψευστεί ποτέ, η παράσταση νίκης, είναι σαφές ως προς την εξέλιξη των πραγμάτων αφού οι διαφορές που δίνει σε όλες τις μετρήσεις είναι υπερδιπλάσιες μεταξύ των δύο πρώτων κομμάτων. Η Ν.Δ καταγράφει διαφορές που ξεκινούν από το 30% και κατά διαστήματα ανεβαίνουν σε δυσθεώρητα ύψη. Και αυτό χωρίς σημαντικές αλλαγές από το 2017 και μετά.

Αξίζει να σημειωθεί πάντως ότι δεν είναι μόνο η παράσταση νίκης, παρότι δεν έχει διαψευστεί ποτέ ως στοιχειό. Στο σύνολο των δημοσκοπήσεων αφενός η ΝΔ προηγείται του ΣΥΡΙΖΑ με μια διαφορά που κλείνοντας το 2022 την κατέγραψε περίπου στο 8%, όση δηλαδή και στις εκλογές του 2019, αφετέρου ο Κυριάκος Μητσοτάκης προηγείται σε όλους τους δείκτες ως προς την καταλληλότητα να διαχειριστεί όλα τα προβλήματα και τις κρίσεις

Κυρίως όμως χαρακτηρίζεται με δύο στοιχεία. Είναι συνεπέστερος και αποτελεσματικότερος. Τηρεί τις δεσμεύσεις του, όσο επιτρέπουν φυσικά οι εξελίξεις και ειναι καταλληλότερος για πρωθυπουργός, κάτι ιδιαίτερα σημαντικό στην παρούσα φάση και στα προβλήματα που αντιμετωπίζει η χώρα στο εσωτερικό αλλά και στο εξωτερικό (βλεπε ελληνοτουρκικά).

Και αυτά την ώρα που η αξιωματική αντιπολίτευση δεν διαθέτει ένα συγκροτημένο προγραμματικό σχέδιο, δημιουργώντας μονίμως λαϊκίστικά αφηγήματα που θυμίζουν εμφυλιοπολεμικές λογικές διχασμού.