Ο γιατρός που αμφέβαλε για την μητέρα της Τζωρτζίνας και τις προθέσεις της απέναντι στο παιδί της, δίνει την κομβικής σημασίας κατάθεσή του στην δίκη της Ρούλας Πισπιρίγκου, που από σήμερα περνά στον κύκλο των μαρτύρων που αφορούν το μετά την ανακοπή του παιδιού διάστημα έως τον θάνατο του στις 29 Ιανουαρίου 2022.
Η κατάθεση του διευθυντή της ΜΕΘ του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου Ρίου Ανδρέα Ηλιάδη είναι από τις πιο κρίσιμες στην δίκη για την τραγική πορεία του παιδιού στον θάνατο.
Ο κ. Ηλιάδης παρέλαβε στην ΜΕΘ την Τζωρτζίνα μετά την ανακοπή που υπέστη στο Καραμανδάνειο στις 11 Απριλίου 2021. Βλέποντας την μητέρα και τον τρόπο που διαχειριζόταν, έχοντας χάσει ήδη δύο παιδιά, την όλη κατάσταση, είχε αναρωτηθεί αν είχε μπροστά του μία γυναίκα που μπορεί να πάσχει από κάποιο ψυχωσικό σύνδρομο. Έτσι της είχε προτείνει να δει ψυχίατρο και είχε φροντίσει να την φέρει σε επαφή με ψυχίατρο του νοσοκομείου.
Την κατάθεση του κ. Ηλιάδη παρακολουθούν τόσο ο πατέρας της Τζωρτζίνας Μάνος Δασκαλάκης όσο και η κατηγορουμένη, η οποία είχε μία δυσκολία στο περπάτημα όταν την μετέφεραν οι αστυνομικοί στο εδώλιο. Σύμφωνα με βεβαίωση που παρέδωσε ο συνήγορός της, μεταφέρθηκε χθες σε νοσοκομείο όπου υποβλήθηκε σε επέμβαση και έγινε βιοψία.
Ο εντατικολόγος περιέγραψε την διαδικασία που ακολουθήθηκε, όταν μεταφέρθηκε η Τζωρτζίνα στο Ρίο, εξηγώντας πως το παιδί εμφάνιζε σταθερότητα στην καρδιολογική παρακολούθηση και όπως είπε «δεν είχε καμία παθολογία που βλέπουμε σε καρδιακά νοσήματα. Συνήθως όταν τα παιδιά έχουν υποστεί καρδιακή ανακοπή εμφανίζουν μια “έκρηξη” συμπτωμάτων.
Εδώ, όσο περνούσαν οι ώρες είχαμε μια σταθερή εικόνα από το καρδιογράφημα», είπε και περιέγραψε πως τέθηκε ως προτεραιότητα η διάσωση του εγκεφάλου. Όπως ανέφερε ο γιατρός, εφαρμόστηκε θεραπευτική υποθερμία ώστε η θερμοκρασία να είναι στους 33 βαθμούς για να αποφευχθούν εγκεφαλικά οιδήματα. Ωστόσο το απευκταίο συνέβη: «η Τζωρτζίνα ανέπτυξε εγκεφαλικό οίδημα δυστυχώς», είπε ο κ. Ηλιάδης κάνοντας λόγο για «μία δραματική νύχτα. Έφυγα στις 5 το πρωί. Δεν το λέω για να εντυπωσιάσω, ήταν ένας ασθενής που πραγματικά πέσαμε πάνω του. Δυστυχώς δεν είχαμε διούρηση.
Υπήρχε πρόβλημα στα νεφρά. Το αντιμετωπίσαμε..Ευτυχώς μας έκανε τη χάρη η Τζωρτζίνα. Γύρω στις 5 το πρωί τα πράγματα σταθεροποιήθηκαν και έκλεισε η πρώτη νύχτα».
Σύμφωνα με τον εντατικολόγο, ανάμεσα σε όλα που εξελίσσονταν στο νοσοκομείο ήταν και συλλογή πληροφοριών για το ιστορικό της ασθενούς και η συνομιλία με την μητέρα, η οποία του είπε για τον θάνατο από ηπατική ανεπάρκεια της Μαλένας και τον θάνατο «στην κούνια» της Ίριδας.
«Είχαμε δύο θανάτους να διαχειριστούμε», είπε ο μάρτυρας και τόνισε πως για την αιτία θανάτου της Μαλένας, «επειδή μου φάνηκε πολύ περίεργο επικοινώνησα με μια ειδικό την παιδοογκολόγο κ. Μπάκα η οποία μου είπε ότι δεν είχε πειστεί για ηπατική ανεπάρκεια. Έπρεπε να δω πώς θα κινηθώ. Σαν γιατρός μου ήταν αδιανόητο να πιστέψω για ηπατική ανεπάρκεια, μου ήταν αδιανόητο να πιστέψω πως πεθαίνουν παιδιά από ηπατική ανεπάρκεια. Φτάσαμε να θεωρήσουμε τον θάνατο αυτόν αιφνίδιο.
Για την Ίριδα είχα ενημερωθεί ήδη πως είχε πεθάνει στην κούνια της. Σύνδρομο αιφνίδιου θανάτου, θάνατος της κούνιας. Eίχαμε δύο θανάτους που έπρεπε να διαχειριστούμε». Όπως ανέφερε δεν είχε πειστεί για τους δύο θανάτους που είχαν προηγηθεί και άρχισε να σκέφτεται το «Σύνδρομο Μινχάουζεν δια αντιπροσώπου», στη θανατηφόρα του μορφή μάλιστα.
Στο σημείο αυτό, με την αναφορά του γιατρού στο σύνδρομο, η κατηγορουμένη αποχώρησε από την αίθουσα.
Πρόεδρος: Εξηγείστε μας τι είναι αυτό το σύνδρομο.
Μάρτυρας: Πρόκειται για κατάσταση που αφορά τον φροντιστή του παιδιού. Έπρεπε να εξετάσω αν ο φροντιστής, που στην προκειμένη περίπτωση έχει γνώσεις νοσηλευτικής, αρέσκεται στο να έχει γνώσεις σε αυτό το πεδίο. Συνήθως είναι άτομα με προβλήματα στον ψυχικό κόσμο, αλλά αυτό δεν με αφορά. Στόχος μου είναι να προστατεύσω το παιδί γιατί αυτό είναι κακοποίηση παιδιού.
Με συμπτώματα φαινόμενα ασφυξίας. Υπάρχουν red flags που με ταρακούνησαν.
«Το συζήτησα με τους συναδέλφους μου και το επόμενό μου βήμα ήταν να μιλήσω με κάποιον θεσμικό φορέα έξω από τον ιατρικό χώρο», ανέφερε ο κ. Ηλιάδης που απευθύνθηκε σε ιατροδικαστή του υπουργείου Δικαιοσύνης. Παράλληλα ανέφερε:
«Είπα στην μητέρα, αφού συνεννοήθηκα με ψυχίατρο του νοσοκομείου, ότι υπάρχει ραντεβού για να τον δει ώστε ο ψυχίατρος να αποκλείσει το ψυχωσικό. Δεν πήγε καλά. Την επομένη οι γονείς με επέπληξαν “τι είναι αυτά τα πράγματα; Δεν θέλουμε τέτοιες παρεμβάσεις”, μου είπαν».
Στην συνέχεια ο κ. Ηλιάδης είπε: «Κατά τη διάρκεια της επίσκεψης της ιατροδικαστή κ. Τσιόλα στην Εντατική είχαμε μια συζήτηση. Την συζήτησή μας άκουγε πίσω από την πόρτα η μητέρα της Τζωρτζίνας. Όταν άνοιξε η πόρτα μου είπε “κύριε Ηλιάδη τα άκουσα όλα”. Της είπα ότι δεν την αφορά τι λέω με τους συνεργάτες μου».