Η οικονομία μας πάει καλά. Ηδη από πέρυσι, το ΑΕΠ ανέκτησε το χαμένο έδαφος της πανδημίας. Η ανεργία έχει πέσει περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη χώρα της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Ο δείκτης οικονομικής εμπιστοσύνης βρίσκεται σε υψηλό δεκαετιών. Οι τραπεζικές καταθέσεις αυξήθηκαν αισθητά. Με τη μεγαλύτερη άνοδο σε όρους ακαθάριστου σχηματισμού παγίου κεφαλαίου στην Ευρωζώνη.
Η Ελλάδα έχει αλλάξει πίστα. Το είδαμε πρόσφατα και με τις τρεις εξαγορές ελληνικών εταιρειών από αμερικανικούς κολοσσούς. Μια ξένη πολυεθνική δεν θα επένδυε στη χώρα μας αν δεν πίστευε στη σταθερότητά της. Αν δεν είχε σταθερή εμπιστοσύνη στις μακροπρόθεσμες προοπτικές ανάπτυξής της.
Θα ανακόψουν την πορεία μας ο παγκόσμιος πληθωρισμός και η άνοδος των επιτοκίων; Μπροστά στις παγκόσμιες αυτές προκλήσεις, η χώρα μας πρέπει να πορευτεί αποφασιστικά. Αν η πανδημία του 2020-2021 ήταν η ευκαιρία για την Ελλάδα να «σπάσει» την αρνητική εικόνα που είχε μείνει ως κατάλοιπο της κρίσης, η παγκόσμια νομισματική σύσφιξη του 2022-2023 θα είναι ευκαιρία να αποδείξουμε σε όλους ότι η χώρα μας μπορεί να είναι συνετή δημοσιονομικά αλλά και να διαχειριστεί και να αντέξει τέτοια σοκ.
Μπροστά μας έχουμε έναν εθνικό στόχο, αυτόν της επενδυτικής βαθμίδας το 2023. Μια βαθμίδα που θα ξεκλειδώσει χαρτοφυλάκια τρισεκατομμυρίων κεφαλαίων που σήμερα δεν μπορούν να επενδύσουν στην Ελλάδα διότι δεν τους επιτρέπεται. Αλλά κυρίως μια σφραγίδα αξιοπιστίας που θα μας βάλει στο κλαμπ των πιο ισχυρών χωρών.
θα το επιτύχουμε αυτό; Τρεις παραμέτρους κοιτάνε οι οίκοι αξιολόγησης. Πρώτον, ότι το χρέος είναι σε καθοδική πορεία ως ποσοστό του ΑΕΠ. Είμαστε αισιόδοξοι ότι η ανάπτυξη το 2022 θα ξεπεράσει τις προσδοκίες, όπως έγινε και το 2021. Είμαστε, όμως, και προσηλωμένοι στη δημοσιονομική προσαρμογή. Ο στόχος για πρωτογενές έλλειμμα -1,4% το 2022 και πλεόνασμα το 2023 είναι η πυξίδα μας.
Στο πλαίσιο των δημοσιονομικών δυνατοτήτων έχουν ήδη αναληφθεί πρωτοβουλίες για την άμβλυνση των συνεπειών του πληθωρισμού. Προτεραιότητα παραμένει η προστασία των πιο ευάλωτων. Η κυβέρνηση έχει ήδη υιοθετήσει πακέτα στήριξης των νοικοκυριών απέναντι στην αύξηση του κόστους της ενέργειας. Στήριξη που από τον Ιανουάριο επεκτάθηκε και στις επιχειρήσεις. Τα οφέλη της επιδότησης θα φανούν σύντομα, απορροφώντας κομμάτι από τις πιέσεις στις τιμές από το αυξημένο ενεργειακό κόστος.
Η μεγαλύτερη κοινωνική αδικία παραμένει η ανεργία. Και η πτώση κατά τέσσερις μονάδες, σε επίπεδα χαμηλότερα από το 2010, η πιο σημαντική οικονομική επιτυχία της κυβέρνησης. Στήριξη στα πιο ευάλωτα νοικοκυριά έρχεται και από τις δύο αυξήσεις του κατώτατου μισθού το 2022. Διότι η οικονομική ανάπτυξη πρέπει να διαχέεται.
Μερικές από τις άλλες προτάσεις που έχουν κατατεθεί στον δημόσιο διάλογο –όπως αυτή της μείωσης ΦΠΑ– έχουν τα δικά τους ζητήματα. Προσωρινή μείωση πιθανώς να απορροφηθεί από τις επιχειρήσεις. Και θα δημιουργούσε πρόβλημα όταν ο ΦΠΑ επανερχόταν στα σημερινά επίπεδα. Μόνιμη μείωση θα είχε μεγάλο δημοσιονομικό κόστος. Ενώ δεν είναι στοχευμένη στους πιο ευάλωτους. Και η Ελλάδα εισάγει πετρέλαιο.
Η μείωση έμμεσων φόρων κατανάλωσης δεν αποτέλεσε κεντρική επιλογή ούτε τη δεκαετία του ’80, όταν το πρόβλημα ήταν μεγαλύτερο. Η χώρα μας έχει πικρή εμπειρία από τον πληθωρισμό και τα διαδοχικά προγράμματα λιτότητας εκείνης της δεκαετίας. Η πολιτική μας οφείλει να είναι συνετή και μετρημένη. Δεν πρέπει να πριονίσουμε το κλαδί στο οποίο καθόμαστε.
Δεν πρέπει να ανακόψουμε τον βηματισμό της οικονομίας μας. Εχουμε μια αλυσίδα θετικών εξελίξεων. Η δημοσιονομική σταθερότητα αποτελεί τη βάση της οικονομικής ανάπτυξης. Δεν θα διακινδυνεύσουμε τη μεσοπρόθεσμη αξιοπιστία μας για βραχυπρόθεσμα οφέλη. Η πολιτική σταθερότητα στηρίζει τους οικονομικούς μας στόχους.
Για πολλά χρόνια η χώρα μας δεν εξεταζόταν καν ως πιθανός επενδυτικός προορισμός. Και τώρα είναι μαγνήτης πολλών και σημαντικών επενδύσεων. Ηρθε η ώρα για το επόμενο βήμα. Το 2023 θα επιτύχουμε και τον εθνικό στόχο της επενδυτικής βαθμίδας. Είναι η ώρα της Ελλάδας.