Αισιόδοξοι για την πορεία της ελληνικής οικονομίας και την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας εμφανίστηκαν εκπρόσωποι οίκων πιστοληπτικής αξιολόγησης σε συνέδριο που διοργάνωσε το Οικονομικό Επιμελητήριο της Ελλάδας.
Ο Αλεξ Μουσκατέλι, διευθυντής του Fitch, o οποίος αναβάθμισε τον Ιανουάριο την Ελλάδα ένα σκαλοπάτι κάτω από την επενδυτική βαθμίδα, (στο BB+) σημείωσε ότι αυτό συνέβη λόγω της βελτίωσης των δημόσιων οικονομικών, της ισχυρής ονομαστικής αύξησης του ΑΕΠ και της βελτίωσης του τραπεζικού συστήματος.
Περιμένουμε και άλλες βελτιώσεις, είπε, προσθέτοντας ότι μπορεί να υπάρξει και άλλη αναβάθμιση. Βλέπουμε θετικά αποτελέσματα που συμβάλουν στην αναβάθμιση, σημείωσε, προσθέτοντας ότι η κυβέρνηση θα συνεχίσει να παίρνει μέτρα που θα βελτιώνουν την οικονομία. Για το δημόσιο χρέος είπε ότι μειώθηκε, αλλά σημείωσε ότι ο κύριος μοχλός για τη μελλοντική πτώση του πρέπει να είναι το πρωτογενές ισοζύγιο.
Πολύ σημαντικό για την αναβάθμιση της χώρας, είπε, πως είναι ότι η αύξηση του ΑΕΠ συνεχίζεται. Είδαμε, είπε, ανάκαμψη της οικονομίας μετά την πανδημία και ανθεκτικότητά της στην ενεργειακή κρίση. Προβλέπουμε, σημείωσε, μία δυναμική ανάπτυξη πάνω από 2% που μπορεί να είναι και ισχυρότερη μεσοπρόθεσμα. «Θεωρούμε ότι τα αποτελέσματα θα είναι θετικά σε κάθε περίπτωση», πρόσθεσε.
Για τη γενική κατεύθυνση της δημοσιονομικής πολιτικής μετά τις εκλογές, ο Μουσκατέλι είπε ότι θεωρεί πως θα είναι κοινή, ανεξαρτήτως του αποτελέσματός τους και για τον λόγο αυτό εκτιμά πως ο πολιτικός κίνδυνος είναι αμελητέος.
Ο Στέφεν Ντάικ, αναλυτής του Moody’s, ο οποίος βαθμολογεί την Ελλάδα χαμηλότερα από τους άλλους μεγάλους οίκους – τρεις βαθμίδες κάτω από το αξιόχρεο – επεσήμανε ότι ο οίκος πριν από 10 ημέρες αναθεώρησε σε θετικές τις προοπτικές του αξιόχρεου της χώρας και ότι έχει κάνει 4-5 αναβαθμίσεις τα τελευταία χρόνια. Αυτό, είπε, είναι δείγμα σταθερότητας. Σημείωσε ότι για να υπάρξει η επενδυτική βαθμίδα χρειάζεται περαιτέρω βελτίωση στην ποιότητα της ανάπτυξης, η οποία έχει φανεί τα δύο τελευταία χρόνια.
Επίσης, σημείωσε ότι το ελληνικό δημόσιο χρέος μειώνεται, κάτι που είναι θετικό, αλλά πρόσθεσε ότι παραμένει πολύ υψηλό και υπάρχει μεγάλο περιθώριο περαιτέρω μείωσής του. Πρόσθεσε ότι πρέπει να συνεκτιμηθούν οι θετικές εξελίξεις στην ανάπτυξη με τους μοχλούς της και σημείωσε ότι έχει σημασία να μειωθεί ο πληθωρισμός, γιατί ένας «υγιής πληθωρισμός» θα επιτρέψει να συνεχισθεί η ανάκαμψη της οικονομίας.
Για τον τραπεζικό κλάδο είπε ότι θέλει να δει πως θα εξελιχθεί, προσθέτοντας ότι ήταν αξιοσημείωτα μεγάλη η βελτίωσή του παρά τις εξωγενείς προκλήσεις, όπως η πανδημία, η ενεργειακή κρίση και η πρόσφατη παγκόσμια τραπεζική αναταραχή, σημειώνοντας ότι οι τράπεζες μπορούν να κρατήσουν χαμηλό το κόστος από τις προκλήσεις αυτές.
Ο γενικός διευθυντής του ΟΔΔΗΧ, Δημήτρης Τσάκωνας, δήλωσε από την πλευρά του ότι με όρους αγοράς η Ελλάδα έχει επιτύχει την επενδυτική βαθμίδα καθώς το ελληνικό δημόσιο χρέος δεν έχει κινδύνους.
Τόνισε ότι τα ταμειακά διαθέσιμα της Ελλάδας αντιστοιχούν στο 18% του ΑΕΠ και ότι το χρέος έχει μέση διάρκεια 20 ετών και ένα σταθερό μέσο επιτόκιο 1,4% που βαίνει μειούμενο. Καταφέραμε, είπε ο επικεφαλής του ΟΔΔΗΧ, να σταθεροποιήσουμε τις μελλοντικές χρηματορροές και δεν υπάρχει καμία περίπτωση δυσάρεστης έκπληξης.
Κατά τη γνώμη του, η Ελλάδα θα μπορούσε να έχει επιτύχει την επενδυτική βαθμίδα από το 2021, όταν εξέδωσε 30ετή ομόλογα που υπερκαλύφθηκαν 8-9 φορές, σε μία απτή απόδειξη εμπιστοσύνης των επενδυτών στο ελληνικό χρέος.
Εφικτή είναι η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας εφέτος για την ελληνική οικονομία, ωστόσο, ενόψει των εκλογών απαιτείται σύμπλευση και συνεννόηση των πολιτικών δυνάμεων ώστε να διατηρηθεί η αναπτυξιακή δυναμική, υποστήριξε και η υποδιοικήτρια της Τράπεζας της Ελλάδος, Χριστίνας Παπακωνσταντίνου.